Τρίτη 14 Φεβρουαρίου 2017

Μουσικές Μελωδίες - Κώστας Μπελμέζος (1-8)


Είμαι άνεμος - Μάλλον βιάζεσαι - Κώστας Μπελμέζος (1) 

****************


Έρωτας γυμνός - Κώστας Μπελμέζος (2) 

****

Άλλοι Αγιάζουνε - Κώστας Μπελμέζος (3) 



Σα να μην πέρασε ούτε μια μέρα - Κώστας Μπελμέζος (4) 



Φοβήθηκα να χάσω - Κώστας Μπελμέζος (5) 

***

Δε σβήνεσαι εσύ, δε σβήνεσαι - Κώστας Μπελμέζος ( 6) 



Ξέχνα ποιος φταίει και γιατί - Κώστας Μπελμέζος ( 7) 




Στο πουθενά Κώστας Μπελμέζος ( 8) 

**************
Τραγούδι - Μουσική: Κώστας Μπελμέζος

Στίχοι: Νίκος Καραμπάσης

Δευτέρα 13 Φεβρουαρίου 2017

Δίνοντας χαρά... Κώστας Μπελμέζος - Μουσικές Μελωδίες (9-13)

...Είναι φορές που μας ζητάνε χάρες.
Όσο μπορούμε, δίνουμε χαρές.

Αυτά! Όλα τα άλλα που δεν έγραψα, εννοούνται.

Πάμε να πούμε: "ΩΡΑΙΟΣ", στον Κωστή!


Πόσα αστέρια χορέψαν - Κώστας Μπελμέζος (13)

***

Κι όμως άντεξα - Κώστας Μπελμέζος (12)

***

Βρέχει - Κώστας Μπελμέζος (11) 

***

Κι ένα τραγούδι έγραψα - Κώστας Μπελμέζος (10)

***



Ναυαγός - Κώστας Μπελμέζος (9)

Μουσική - Τραγούδι: Κώστας Μπελμέζος
Στίχοι: Χρήστος Τσέτας

Τετάρτη 1 Φεβρουαρίου 2017

ΧΑΡΟΥΛΑ ΦΡΑΓΚΟΥ Τα κορίτσια με τις άσπρες κορδέλες

ΧΑΡΟΥΛΑ ΦΡΑΓΚΟΥ

Τα κορίτσια με τις άσπρες κορδέλες

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ






Περιγραφή 
Η ανάγκη να βρεθείς κάποτε στους χρόνους και τους τόπους της παιδικής και εφηβικής ηλικίας φαντάζει σχεδόν επιτακτική. Ηδύαλγο άγγιγμα οι μνήμες σκαρώνουν στον νου ιδανικές μεταμφιέσεις του τότε σε σύγκριση με το τώρα, έστω και αν το τοπίο καταγραφόταν άνυδρο και ξερό... Δεκαετία του ’50. Η ζωή κυλά πένθιμη. Η ανθρωπότητα έχει μόλις βγει από έναν καταστροφικό  δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο και η Ελλάδα από μια δύσκολη Κατοχή κι έναν επίπονο Εμφύλιο. Οι Έλληνες, όμως, τόσο μπροστά στην οικονομική όσο και μπροστά στην πολιτική κρίση επιδεικνύουν αξιοζήλευτη παλικαριά. Η φτώχεια, ωστόσο, και η ορφάνια ταλαιπωρεί ακόμη πολλές οικογένειες που έχουν χάσει τους ανθρώπους τους και αγωνίζονται απεγνωσμένα να ορθοποδήσουν. Φωλιές φιλοξενίας για ένα σμήνος άφτερων και αδύναμων νεοσσών τα φιλανθρωπικά ιδρύματα και η καλοσύνη των ξένων. Οι ψηφίδες της μυθιστορηματικής αυτής ψυχογραφίας αθροίζονται στον Βόλο και στο φιλανθρωπικό Ίδρυμα του «Ασύλου». Η ζωή των πολύπαθων παιδιών, η ιστορία του Ιδρύματος παράλληλα με την ιστορία της πόλης, τη γεωγραφική και κοινωνική της δομή, τα ήθη και τα έθιμα της εποχής, αλλά και τις φυσικές καταστροφές (σεισμοί, πλημμύρες) που της κόστισαν το ρομαντικό νεοκλασικό της προφίλ,  συνθέτουν το μωσαϊκό της αφήγησης. Ένα βιβλίο γραμμένο καλειδοσκοπικά: ο παιδικός πρωτοπρόσωπος λόγος της Μυρσίνης συναντά σταδιακά την ώριμη εκδοχή του ενήλικου εαυτού της και, έτσι, η κεντρική ηρωίδα μεταμορφώνεται σελίδα σελίδα στη συγγραφέα του βιβλίου.




Βιογραφικό:
Η Χαρούλα Ηλία Φράγκου γεννήθηκε και κατοικεί μόνιμα στον Βόλο. Έχει γράψει εννέα ποιητικές συλλογές και ένα βιβλίο με ποιήματα για παιδιά. Στί-χοι της για τραγούδια μελοποιήθηκαν από Έλλη-νες και ξένους συνθέτες. Παράλληλα με την ποίηση γράφει διήγηματα και δοκίμια.  Συνεργάζεται με λογοτεχνικά περιοδικά και αρθρογραφεί στον τοπικό Τύπο. Συμμετείχε κατά καιρούς σε Πανελλήνια Συνέδρια, Φεστιβάλ Ποίησης και Λογοτεχνικούς διαγω-νισμούς, όπου και διακρίθηκε. Εξέδωσε την ποιητική ανθολογία με τίτλο Μελίρρυτοι Λόγοι από τις εκδόσεις Ώρες (1999), το βιβλίο Της παρεούλας με ποιήματα για παιδιά από τις εκδόσεις Δωδώνη (2006) και την ποιητική συλλογή Κατά…δύναμιν από τις ίδιες εκδό-σεις (2011), η οποία απέσπασε το Πρώτο Βραβείο από την UNESCO στα Σικελιανά του 2011. Έχει τιμηθεί για την προσφορά της στην τέχνη και στον πολιτισμό από πνευματικούς και πολιτιστικούς φορείς. Είναι μέλος του Συνδέσμου Γραμμάτων και Τεχνών της Θεσσαλίας, μέλος της Εταιρείας Θεσσαλικών Ερευνών, ιδρυτικό μελος του Κέντρου Βιβλίου Μαγνησιωτών Συγγραφέων του Λυκείου Ελληνίδων και της ΧΕΝ Βόλου.


Αποσπάσματα:

Η μητέρα μου ήταν ό,τι πολυτιμότερο είχα στον κόσμο. Δυνατός και γερός άνθρωπος 
αντιμετώπιζε τις ευαισθησίες μου πολλές φορές με συνειδητή σκληρότητα, προκειμένου 
να μου δίνει κουράγιο κι’ αυτό με βοηθούσε. Και η ελάχιστη υπόνοια λοιπόν πως μπορούσε 
να πάθει κακό, αρρώσταινε εμένα διπλά και τριπλά. (σελ.308)
 
Προσωπικά εκείνη τη στιγμή πίστευα πως θα ‘μουν μεσ’ την καλή χαρά όποιος κι αν μας 
κυβερνούσε, αρκεί να ‘ταν γερή η μητέρα μου. Κοιμόμουν και ξυπνούσα κάθε πρωί με την ίδια 
σκέψη. Τίποτα δεν είχε αξία μεγαλύτερη για μένα απ’ την υγεία της. Όλα έμπαιναν σε δεύτερη
 και Τρίτη μοίρα. (σελ.309)
 
1962
Εκείνο όμως που προφανώς έκανε φτερά μετά την εξέλιξη των γεγονότων, ήταν η αποφασιστικότητα 
και το θάρρος να προχωρήσω τη δική μου ζωή….
Οι στόχοι μου άπιαστα πουλιά είχαν αρχίσει σιγά σιγά ν’ αποδημούν, να χάνονται σε μακρινούς 
ορίζοντες μη μπορώντας να ακολουθήσω πια τη μοιραία πτήση τους. Πολλές φορές ένοιωθα σαν 
ηρωίδα που θυσιαζόταν για κάποιο ανώτερο σκοπό. Για τούτο όταν στους διαγωνισμούς του Α’ 
εξαμήνου αν και ήμουν η μόνη στο τμήμα που πήρα είκοσι στα Νέα Ελληνικά, δεν άφησα την 
επιτυχία να με συνεπάρει.
Τι αξία είχε πια στις αποσκευές μου ένα 20αρι παραπάνω;(σελ.314)
 
Αμέσως όμως την επόμενη στιγμή μια πίκρα φώλιασε στην ψυχή μου. Έβρισκα ανώφελη την επιτυχία 
μου, αφού δεν θα μπορούσα να την ακουμπήσω ενέχυρο στη μελλοντική μου σταδιοδρομία.
Ήτανε όπως ζεις ένα όνειρο…. Για λίγο μόνο αισθάνεσαι να σε πασπαλίζει με… χρυσόσκονη, 
κάθεσαι εστεμμένη στο θρόνο σου, ενώ κακόβουλοι μυστικοσύμβουλοι ροκανίζουν… αφανώς την 
καρέκλα σου.
Κι’ εδώ οι κακόβουλοι μυστικοσύμβουλοι ήταν οι απειλές που δεν είχαν πάψει να καραδοκούν και 
να επιβουλεύονται την υγεία της μητέρας μου. ‘Επρεπε σε δεδομένη στιγμή να προχωρήσει σε 
ακτινοβολίες, όπως εξήγησαν οι γιατροί και πολύ πιθανόν σε μια πολύ σοβαρή εγχείρηση. Ηθικά
 και πρακτικά έπρεπε να της συμπαρασταθώ, να παραμείνω κοντά της, προσφέροντας εκτός από 
παραπανίσια αγάπη και το κατά δύναμιν οικονομικό συμπλήρωμα σε ό,τι με αφορούσε και ήταν 
απαραίτητο για την περίσταση.
Είχα αποφασίσει έτσι, μόλις πάρω το απολυτήριο του Γυμνασίου, να εργαστώ. Ήταν η μόνη 
δίκαιη λύση.(σελ. 314-315)
 
Ένα οκτάχρονο κοριτσάκι ετοιμαζόταν ν’ αλλάξει ζωή. Η Μαρία ορφανή από πατέρα και μητέρα, 
με μακρινούς συγγενείς σε λίγες ημέρες, εβδομάδες, ανάλογα την διαδικασία, θα μας 
αποχαιρετούσε.
«Ποιος ξέρει τι άνθρωποι είναι» αναρωτήθηκε η Ευαγγελία που την είχε στην ομάδα της και 
νοιαζόταν γι’αυτήν.
Εγώ είχα μάθει απ’ τη μητέρα μου πως «η Μαρία είχε μιλήσει με την τύχη της». Οι μελλοντικοί
 γονείς κατάγονταν από κεφαλοχώρι της Μαγνησίας και είχαν τον τρόπο τους.
«Κι αυτό αρκεί;» την είχα ρωτήσει. «Ξέρεις στ’ αλήθεια αν θα την αγαπούν;» Ο τόνος μου
 ήταν σοβαρός κι η μητέρα μου είχε χαμογελάσει.
«Α, ναι δεν το ‘χα σκεφτεί» είπε πειραχτικά «Όμως να ξέρεις Μυρσίνη μου, πως καμιά γυναίκα
 δεν αποφασίζει να πάρει ένα παιδί κοντά της, χωρίς να νοιώθει το σπόρο της αγάπης μέσα της.
 Σιγά, σιγά μέρα τη μέρα, χρόνο το χρόνο, ο σπόρος ετούτος βλασταίνει βγάζει λουλούδια, 
να, σαν το χωράφι με τις αχλαδιές και γίνεται η ζωή τους σκέτο περιβόλι. Ησύχασες τώρα;»
Η μητέρα λογάριαζε πάντα με το δικό της μέτρο ευαισθησίας.
Όχι δεν είχα ησυχάσει. Αναρωτιόμουν ακόμη, αν μπορείς ν’ αγαπήσεις ένα ξένο παιδί σαν 
δικό σου. Αν θα μπορέσεις να το συγχωρήσεις σαν κάποτε για κάποιους λόγους σοβαρούς σε 
πικραίνει, αν βάζοντας στο ζύγι «τα θέλω», θα γείρουν ανεπιφύλακτα προς τη δική του τη 
μεριά. Αν, αν, αν…
Τώρα πια που είχα μεγαλώσει οι σκέψεις και τα συναισθήματά μου διχάζονταν. Δεν ήταν σαν 
τότε με το Ραφαήλ.
Ας είναι όμως, μετέφερα τα λόγια της στην Ευαγγελία που φάνηκε να ηρεμεί. «Η μητέρα σου 
ξέρει καλύτερα από μας» είπε και άρχισε να ετοιμάζει τα ρούχα της μικρής.
Μια εβδομάδα μετά η Μαρία με το μπογαλάκι παραμάσχαλα ακολουθούσε την καινούρια της 
οικογένεια. Γύρισε δυο τρεις φορές το κεφαλάκι της και μας κοίταξε. Έπειτα στρίβοντας τη 
γωνία, σήκωσε το χέρι και το κούνησε απαλά.
Οκτώ χρονών παιδί. Ούτε να χαρεί ούτε να λυπηθεί ήξερε. Το μόνο που έβλεπε μπροστά της 
ήταν δυο άνθρωποι ξένοι, που απ’ την επαύριο έπρεπε ν’ αποκαλεί πατέρα και μητέρα.
Πόσο εύκολο ή δύσκολο ήταν άραγε γι’ αυτήν; (σελ. 316-317)

Η ΕΠΙΣΗΜΗ ΣΕΛΙΔΑ ΤΗΣ:ΕΔΩ