Παρασκευή 4 Μαρτίου 2022

Αρνητές λογοτεχνικών βραβείων

 Αρνητές λογοτεχνικών βραβείων



***

Με αφορμή την πρόσφατη δημόσια επιστολή του καταξιωμένου και πολυγραφότατου συγγραφέα και ποιητή Θανάση Τριαρίδη προς το Υπουργείο Πολιτισμού[1], στην οποία εκφράζει την αντίθεσή του σε οποιαδήποτε μορφή βράβευσης (ως μη αντικειμενικής και άνευ ουσίας) και δη από κρατικούς οργανισμούς[2] και με την οποία αιτείται να αφαιρεθεί το τελευταίο του ποιητικό έργο «Θα μας ξεπλύνει η θάλασσα» από τη βραχεία λίστα των κρατικών βραβείων ποίησης 2020, κάνουμε μια μικρή αναδρομή στον χρόνο και εντοπίζουμε σημαντικούς συγγραφείς που αρνήθηκαν να παραλάβουν βραβεία.

Εάν φτιάχναμε μια τέτοια λίστα, στην κορυφή της αναμφίβολα θα βρισκόταν ο Γάλλος συγγραφέας και φιλόσοφος Jean-Paul Sartre (1905-1980) ο οποίος, όπως δήλωσε σε συνέντευξή του στον σουηδικό τύπο, αρνήθηκε να παραλάβει τόσο το Βραβείο Νόμπελ[3], προκαλώντας ντόρο εκείνη την εποχή στη διεθνή κοινότητα, όσο και άλλα εγχώρια κρατικά βραβεία και τιμές[4], καθώς πίστευε ότι «ένας συγγραφέας που παίρνει πολιτικές, κοινωνικές ή λογοτεχνικές θέσεις πρέπει να ενεργεί μόνο με τα μέσα που του ανήκουν, δηλαδή τον γραπτό λόγο. Όλες οι τιμητικές διακρίσεις που μπορεί να λάβει εκθέτουν τους αναγνώστες του σε μια πίεση που δεν θεωρώ επιθυμητή. Δεν είναι το ίδιο αν υπογράψω ως Ζαν-Πωλ Σαρτρ με το αν υπογράψω ως Ζαν-Πωλ Σαρτρ, νομπελίστας».

Το 1925, ο George Bernard Shaw (1856-1950) τιμήθηκε με το Νόμπελ Λογοτεχνίας, το οποίο αρχικά είχε αρνηθεί να παραλάβει, δηλώνοντας ότι «μπορώ να συγχωρήσω τον Νόμπελ για την εφεύρεση του δυναμίτη, αλλά μόνον ένας δαίμονας με ανθρώπινη μορφή θα μπορούσε να είχε εφεύρει το βραβείο Νόμπελ».

Εάν, πάλι, φτιάχναμε μια λίστα με Έλληνες συγγραφείς μάλλον στο μυαλό μας θα ερχόταν πρώτος ο Ντίνος Χριστιανόπουλος (1931-1920) που με τις πάντοτε αιχμηρές του απόψεις τασσόταν ρητά και απόλυτα εναντίον κάθε είδους συμβατικού καθωσπρεπισμού, θεωρώντας ειδικά για τα βραβεία πως «μειώνουν την αξιοπρέπεια του ανθρώπου» και μετατρέπουν τον συγγραφέα από ελεύθερο πνεύμα και ανένταχτο δημιουργό σε υπηρέτη «πνευματικών αφεντικών»[5]. Πράγματι, ο Χριστιανόπουλος αρνήθηκε το Μεγάλο Βραβείο Γραμμάτων του Υπουργείου Πολιτισμού (2011) για το σύνολο του ποιητικού του έργου δηλώνοντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ότι «δεν θέλω ούτε τα βραβεία ούτε τα λεφτά τους».

Εκτός, όμως, από αυτές τις πάρα πολύ γνωστές περιπτώσεις, υπάρχουν και πολλοί άλλοι δημιουργοί στον κόσμο της λογοτεχνίας που με λιγότερο ή περισσότερο απόλυτο τρόπο απέρριψαν βραβεία και τιμές. Για παράδειγμα, η Virginia Woolf ήταν ενάντια σε τιμητικές θέσεις ή βραβεία που προέρχονται από οποιοδήποτε ίδρυμα «το οποίο, ενώ δηλώνει ότι σέβεται την ελευθερία, την περιορίζει, όπως τα πανεπιστήμια της Οξφόρδης και του Cambridge»[6]. Οι βρετανοί συγγραφείς Aldous Huxley (1894-1963) και Roald Dahl (1916-1990), βάσει επίσημης λίστας που είδε το φως της δημοσιότητας το 2012, αρνήθηκαν να τιμηθούν ως ιππότης και ως μέλος του Τάγματος της Βρετανικής Αυτοκρατορίας αντίστοιχα από τη Βασίλισσα της Αγγλίας. Ο Thomas Pynchon, ένας συγγραφέας που έχει επιλέξει να ζει απομονωμένος από τα κοινά, αρνήθηκε να δεχτεί το χρυσό μετάλλιο «William Dean Howells» για το διάσημο και λαβυρινθώδες έργο του «Το ουράνιο τόξο της βαρύτητας» που του απονεμήθηκε από την Αμερικανική Ακαδημία Τεχνών και Γραμμάτωναναφέροντας ότι: «Δεν το θέλω. Σας παρακαλώ, μην μου επιβάλλετε κάτι που δεν θέλω. Κάνει την Ακαδημία να φαίνεται αυταρχική και εμένα να φαίνομαι αγενής… Ξέρω ότι πρέπει να συμπεριφέρομαι με περισσότερη κομψότητα, αλλά φαίνεται ότι υπάρχει μόνον ένας τρόπος να πω όχι, και αυτό είναι το όχιι». Το 2014, ο Ομότιμος Καθηγητής κλασικής φιλολογίας του ΕΚΠΑ και συγγραφέας Γιώργης Γιατρομανωλάκης αρνήθηκε «για λόγους προσωπικού γούστου και αυτοσεβασμού»[7] το Κρατικό Βραβείο Απόδοσης Έργου της αρχαίας ελληνικής γραμματείας στα νέα ελληνικά για το έργο «Ιεροί Λόγοι» του Αίλιου Αριστείδη.

Ένα από τα τελευταία λογοτεχνικά σκάνδαλα στον χώρο του βιβλίου σημειώθηκε στη Γαλλία το 2016, όταν ο πρωτομφανιζόμενος συγγραφέας Joseph Andras αρνήθηκε το αναγνωρισμένου κύρους Λογοτεχνικό Βραβείο Goncourt[8] για το μυθιστόρημά του  «Για τα πληγωμένα μας αδέρφια», μη δεχόμενος να εμπλακεί στον ανταγωνισμό που ενέχουν τέτοιες διαδικασίες επιλογής: «ο ανταγωνισμός και η αντιπαλότητα είναι, στα μάτια μου, έννοιες ξένες προς τη γραφή και τη δημιουργία. Η λογοτεχνία, όπως την αντιλαμβάνομαι ως αναγνώστης και, πλέον, ως συγγραφέας, φυλάει στενά την ανεξαρτησία της και απομακρύνεται από τα βάθρα, τις τιμές και τα φώτα της δημοσιότητας[9]».

Αναμφίβολα κανένα βραβείο σε κανέναν τομέα, επιστημονικό ή καλλιτεχνικό, δεν μπορεί να απονέμεται με απόλυτα αντικειμενικά κριτήρια, στο μέτρο που ορισμένοι άνθρωποι είναι αυτοί που κρίνουν ένα έργο, δηλαδή αναγκαστικά βάσει των προσωπικών τους γνώσεων, απόψεων και γούστων. Πολλές φορές τα βραβεία αποτελούν αφορμή για τη διάδοση ενός έργου, τη στήριξη του βραβευθέντος ώστε να συνεχίσει το έργο του, αλλά και για την ενθάρρυνση της παραγωγής νέων έργων. Το κατά πόσον ένα βραβείο περιορίζει τον δημιουργό ή χειραγωγεί τον αναγνώστη είναι, επίσης, μία υποκειμενική κατάσταση που εξαρτάται από πλείονες ατομικούς παράγοντες που δεν επιτρέπουν την εξαγωγή ενός απόλυτου συμπεράσματος. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, τόσο μέσα από την αποδοχή μιας διάκρισης όσο και μέσα από την απόρριψή της εκφράζονται πάντοτε ενδιαφέρουσες απόψεις για τη λογοτεχνία, το ρόλο του βιβλίου και τη στάση του κάθε δημιουργού οι οποίες συνεισφέρουν στην ανάπτυξη ενός δημιουργικού διαλόγου.

_____

[1] Μπορείτε να διαβάσετε το πλήρες κείμενο της επιστολής του στην προσωπική του σελίδα στο facebook.

[2] Συγκεκριμένα γράφει: «Για τα κρατικά βραβεία η άρνησή μου θα ήταν δεδομένη ακόμη κι αν δεν έστρεχαν και όλα τα προηγούμενα. Δεν υπήρχε περίπτωση να συμπεριληφθώ σε λίστα βράβευσης ενός κράτους που δολοφονεί μετανάστες κάνοντας Push Back».

[3] Το βραβείο, ωστόσο, του απονεμήθηκε κανονικά, καθώς η απόφαση της Σουηδικής Ακαδημίας είχε ληφθεί και ήταν ανεξάρτητη από τη σύμφωνη γνώμη του συγγραφέα.

[4] Πρόκειται για το την τιμή να γίνει μέλος της Λεγεώνας της Τιμής (Légion d’ honneur) που αποτελεί ύψιστη τιμή και το σημαντικότερο βραβείο που μπορεί να δοθεί σε κάποιον από το Γαλλικό κράτος.

[5] Από το κείμενό του «Αντί» στο λογοτεχνικό περιοδικό «Διαγώνιος» (1979).

[6] Από το δοκιμιακό της έργο «Τρεις γκινέες»(1938).

[7] Πηγή: https://www.tovima.gr/2014/04/25/culture/arneitai-to-kratiko-brabeio-o-giwrgis-giatromanwlakis/.

[8] Σημειωτέον ότι κατά καιρούς ο συγκεκριμένο θεσμός έχει κατηγορηθεί για αμεροληψία, μειωμένη εκπροσώπηση γυναικών


***