Δευτέρα 30 Απριλίου 2012
Ο Θούρειος του Ρήγα Φεραίου - Νίκος Ξυλούρης
... Η ερημιά που βρήκα, δε με κράταγε. Ούτε τα πόδια μου, μα έπρεπε να πάω στη μάννα, πριν νυχτώσει. Ήθελα κάτι να της πω, με περίμεναν κι άλλοι πολλοί εκεί. Ο Μπάρμπα Μήτσος, ο ξάδελφος, κι άλλοι συγγενείς, ακόμα κι ο αδελφός μου, κι ας έμεινε Αθήνα. Ήταν εκεί. Τον ένοιωθα.
Ξεγέλασα τα πολυδιψασμένα λουλούδια μου, μ' ένα βιαστικό ράντισμα, ίσα ίσα να τα ξυπνήσω ότι "ήρθα", ν' αντέξουν λίγο ακόμα και να με περιμένουν σε λίγο, να τ' αναστήσω ξανά...
Σε μια σακκούλα έκοψα λίγες καμέλιες και λίγα δακράκια της Παναγίτσας. (μιγκέδες) Λίγα. Με πόναγε η ψυχή να κόψω περισσότερα.
Έφυγα αμίλητη και βουβή. Να κλάψω ήθελα πολύ, μα δεν έβγαινε, γι' αυτό περπάταγαν τα πόδια κι η μηχανή φωτογράφιζε, όπου δεν έπρεπε τα μάτια να χασομερήσουν περισσότερο.
Δεν ήθελα να δω άνθρωπο στον δρόμο. Κανέναν! Τουλάχιστον, πηγαίνοντας. Να δω ήθελα. Να με δουν, δεν ήθελα. Κυρίως, δεν ήθελα να μιλήσω.
Τα κατάφερα. Ήταν μεσημέρι και οι δρόμοι άδειοι. Ακόμα και σ' ένα σπίτι που με περίμεναν και χτύπησα, δεν με άκουσαν, κι έτσι πήρα το μονοπάτι μου...
Σαν κλέφτρα έκλεβα εικόνες από δρόμους, σπίτια και γωνιές.
Οι σκέψεις πετούσαν, τις λέξεις τις άκουγα, το στόμα κλειστό, τα μάτια στεγνά, μα φώναζαν!
"Ρήμαξαν όλα. Ακόμα και το καντερίμι που φτάνει στον Ρήγα! Α, ρε, Ρήγα! Αν ζούσες τώρα, πόσο διαφορετικά θα ήταν όλα! Αν ήμουνα μόνη μου, δε ξέρω τι θα έκανα!Ρήγαινα θα γινόμουν! Τόσα σπόρια έσπειρες! Κανένα; Ούτε ένα; Ποιον να ρθω να ψηφήσω; Ποιος νοιάζεται για τον τόπο; Ποιος για τα χώματα, πραγματικά; Να, αγριολούλουδα! Να κόψω δυο! Έχω πολλούς εκεί! Δε θα μου φτάσουν!"
Έκοψα, καλύτερα ξερίζωσα, μια χούφτα απ' τα κίτρινα.
Με τις ρίζες τα πήρα, με τις ρίζες τ' άφησα στον Μπάρμπα Μήτσο, στον παπά - Ντίνο, τον πρώην φωτογράφο που μ' έλεγε "Βουγιουκλάκη".
Την μάννα και τους γειτόνους της τους φόρτωσα καμέλιες.
Ότι ροδοπέταλο έμεινε στη σακκούλα, άδειασε στου Μπάρμπα Μήτσου μου το "παγκάκι". "Έχεις μπάρμπα - Μήτσο μου εσύ λουλούδια! Δεν με παρεξηγείς!..." του είπα.
Άλλος κόσμος εκεί μέσα, άλλες και οι σκέψεις, άλλος κι ο μονόλογος.
Βγαίνοντας, Αι- Γιάννης (Αρχή και Τέλος - γενέθλια και Τέλος)και Ρήγας!
Κοίταξα το δέντρο του που τσίριζα τσολιαδάκι:
"Ξύπνα Ρήγα για να ειδείς το δέντρο που πρωτόσπειρες εσύ, πόσο έγινε μεγάλο, πόσο έγινε πλατύ!"
Κοίταξα. Δεν το φωτογράφησα. Ντράπηκα εκείνο το παιδί που πίστευε κάποτε πως τραγουδώντας μόνο, το δέντρο θα ψήλωνε...
Έσκυψα το κεφάλι και τράβηξα ελάχιστες φωτογραφίες.
Όταν το σήκωσα και είδα το παραθύρι του ανοιχτό, νόμισα πως είδα τον ίδιον!
Σοκαρίστηκα.
"Είναι μέσα! Μ' άκουσε!" σκέφτηκα και το φωτογράφησα!
Το πήρα σαν μήνυμα. Σαν ελπίδα για ένα καλύτερο αύριο που, δεν μπορεί! Θα έρθει!
Δεν μπορεί να είναι τυχαίο!
Και δεν ακόμα τυχαίο το ότι ο δάσκαλος με είχε ξεχωρίσει σαν καλή φωνή τότε, για το σκετς της 25ης Μαρτίου, στο:
"Καλύτερα μιας ώρας ελεύθερη ζωή, παρά σαράντα χρόνια σκλαβιά και φυλακή"!
... Ε, μετά ξανακοίταξα τα γαληνεμένα μνήματα, μετά χάιδεψα τη γωνιά που κρύβονται οι πατάτες μου με τα κυκλάμινα, μετά έκανα ωτοστόπ, τα πόδια λυγούσαν για άλλη ανηφόρα, σταμάτησε ο Ηρακλής, ο ήλιος έλαμπε, κι εγώ είχα συνέχεια...
Να ποτίσω τη διψασμένη γη... με όλους τους τρόπους...
3:17;
Δεν το κατάλαβα. Διόρθωση κειμένου; Δε με νοιάζει. Δική μου συχνότητα είναι, τα φιογκάκια περισσεύουν!
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου