Τετάρτη 1 Μαΐου 2019

Βιβλίο: Π α ύ λ ο ς Κ α ρ α κ ι ό λ η ς «ΦΙΛΙΠΠΟΣ Β΄, Ο Μέγιστος ηγεμών των Ελλήνων»

***
 Από το χώρο της ιστορικής έρευνας
 Π α ύ λ ο ς   Κ α ρ α κ ι ό λ η ς 
«ΦΙΛΙΠΠΟΣ Β΄, Ο Μέγιστος ηγεμών των Ελλήνων»
(Αφιερώνεται σε όλους τους αγνούς αγωνιστές που θυσιάστηκαν για τη σωτηρία του ελληνικού γένους. Κ.Π).
Παρουσίαση του έργου από τον Θεσσαλό Πολίτη Συγγραφέα, Βάιο Φασούλα 
«Και αν αργότερα η Ελλάδα παραδόθηκε εξολοκλήρου στην ηγεμονία του Φιλίππου, βασικός υπαίτιος δεν ήταν ο ίδιος, αλλά οι Έλληνες της νότιας κυρίως Ελλάδας, στην οποία προεξέχουσα θέση είχαν οι Αθηναίοι με επικεφαλής τον αντιμακεδόνα Δημοσθένη.     (Σελ. 77)
Αγαπητοί φίλοι, κυρίες και κύριοι. Πριν ξεκινήσω την παρουσίαση του έργου, «ΦΙΛΙΠΠΟΣ Β΄, Ο Μέγιστος ηγεμών των Ελλήνων», ευχαριστώ θερμά τον Πολιτιστικό Σύλλογο Μαυρομματίου Γ. Καραϊσκάκη και τον συγγραφέα του βιβλίου, Καρακιόλη Παύλο. Εκ μέρους της Ένωσης Ελλήνων Λογοτεχνών και Συγγραφέων των Πέντε Ηπείρων- Ε.Ε.Λ.Σ.Π.Η, σας μεταφέρω θερμό χαιρετισμό για την τιμητική πρόταση προς τον πρόεδρο της. Επίσης ευχαριστώ και όλους εσάς γι’ αυτή την πνευματική συνάντηση στο ιστορικό Μαυρομμάτι όπου ιστορικά θα αναφερθούμε στο ρηξικέλευθο έργο του ερευνητή Παύλο Καρακιόλη. Παρακαλώ την υπομονή σας και την προσοχή σας. Σας ευχαριστώ.
Μακεδονία ξακουστή του Αλεξάνδρου η Χώρα…, ναι μεν έτσι, αλλά σήμερα θα μιλήσουμε για τον πατέρα του, τον Φίλιππο, στον οποίο, ο Αλέξανδρος ο Μέγιστος, οφείλει την προσωπικότητά του της σύντομης ζωής του.
Στα σκολειά, μας μάθαμε λίγα για το Μεγαλέξανδρο. Λιγότερα για το Φίλιππο, τον πατέρα του. Μεγαλώνοντας πιότερα μάθαμε από διάφορες εξωσκολικές γραφίδες για τους γίγαντες της ιστορίας μας. Από το 800 περίπου π.Χ. που άρχισε να συγκροτείται το Μακεδονικό στοιχειό, μέχρι στις μέρες μας, 21ος αιώνας, οι διαμάχες και οι ίντριγκες από ντόπιους και ξένους για το σταμάτημα της ανόδου της Μακεδονίας και τη διάλυσή της δεν σταμάτησαν στιγμή. Αν παρακολουθήσει κανείς την ιστορική αναδρομή της πατρίδα μας,
θα δει μεταξύ άλλων τις σκευωρίες-προδοσίες διαφόρων Εφιαλτών στους προχριστιανικούς αιώνες, που φτάσανε στις μέρες μας με σκοπό τη διάλυση της Μακεδονίας και της σταδιακής…, αν όχι διάλυση…, μίκρυνση της Ελλάδας…
Όμως συγκροτημένος λαός και εξοπλισμένος με πολιτιστικά στοιχεία είναι αχτύπητος όσο και αν ο υπ’ αριθμό 1 εχθρός της Παγκόσμιας Τάξης Πραγμάτων του επιτίθεται. Πάραυτα η Ελλάδα έφτασε στον 21ο αιώνα και  αυτό,  είτε αρέσει είτε όχι, το οφείλει στους γίγαντες Μακεδόνες της Ελληνικής Ιστορίας που την ένωσαν και τη μεγάλωσαν και στους μεταγενέστερους ραγιάδες του 21 που την ξεσκλάβωσαν. 
Η επιλογή του συγγραφέα-ερευνητή, Καρακιόλη Παύλου, να επιλέξει μέσα από την ιστορική αναδρομή της πολύπαθης Μακεδονίας τον βασιλέα Φίλιππο Β` και μέσα από εμπεριστατωμένες έρευνες και διάφορες πηγές να τον παρουσιάσει ως μοναδικό πρωταγωνιστή - ενσαρκωτή για την συνένωση των τότε ελληνικών πόλεων του Νότου με τη Μακεδονία, με το έργο του, «ΦΙΛΙΠΠΟΣ Β΄, Ο Μέγιστος ηγεμών των Ελλήνων» και την ερευνά του, κατά την άποψή μου, ανατρέπει πολλά «θαμπά» στοιχεία, όσο αφορά τον βασιλέα Φίλιππο Β`, γενικότερα τη Μακεδονία όσο και διάφορους ιστορικούς της εποχής και όχι μόνο. Μια έρευνα του Παύλου Καρακιόλη, που ο γράφων έχει τη χαρά και την τιμή να παρουσιάσει στο ιστορικό Μαυρομμάτι, γενέτειρα του αρχιστράτηγου Γ. Καραϊσκάκη, θέλω να πιστεύω πως είναι άξια προσοχής και ενδιαφέροντος.
 Όσο αφορά τον ομιλούντα, η …εμπλοκή, το «πάντρεμα», πολλές φορές, του Ποιητικού και Πεζού Λόγου με τον Πολιτικό, αποτέλεσε και αποτελεί για μένα προϋπόθεση ύπαρξης του ιδίου του Λόγου, ιδιαίτερα για τη …σύγχρονη εποχή. Και ο Λόγος, όπου και όπως αυτός ως συνοδοιπόρος και πιστός εραστής της ζωής εκφράζεται, είναι ικανός να αντιμετωπίσει την πιο μεγάλη ανθρώπινη δίνη και να γκρεμίσει τα πιο ψηλά καγκελόφραχτα κάστρα. Μόνο που, στις συχνές-μόνιμες καταιγίδες που έμαθαν να ζούνε οι νεοέλληνες, κατά καιρούς παρουσιάζονται, κάποιες χλιαρές αναλαμπές, διάρκειας ίσαμε ένα άστραμμα και ξανά χάνονται περιμένοντας σε αφύσικο σύθαμπο κάποιο άλλο χάραμα. Στο ενεργητικό του νεοέλληνα υπάρχουν τέτοιες αναλαμπές και όλες μαζί συνθέτουν ένα αδιαπέραστο κοινωνικοοικονομικό, ιστορικό και πολιτιστικό σκοτάδι, του οποίου, μέρος του, σήμερα δεύτερη δεκαετία του 21ου αιώνα, έχει επανέλθει δριμύτερο στους πάλαι ποτέ γαλανούς ορίζοντες της Ελλάδας. Μιας Ελλάδας, που οι νεοέλληνες δεν την έκαναν ποτέ δικιά τους, παρά μόνο επιθυμούν να την επικαλούνται για να δείχνουν την καταγωγή τους.
Αν οι έλληνες σήμερα προσφωνούνται από τους ξένους, έλληνες, το οφείλουν στις δόξες και περγαμηνές της Αρχαίας Ελλάδας, παρεμπιπτόντως.
Σήμερα ο Λόγος έρχεται και συναντιέται με την έρευνα και με ιστορικά κείμενα και καλείται, να εισχωρήσει στα ιστορικά χωράφια της Ελλάδας, ιδιαίτερα της Αρχαίας Ελλάδας για να φέρει στην επιφάνεια τη λαμπρή δόξα της, τη σοφία της, τον πολιτισμό και πάνω από όλα τη δημιουργία-γέννημα της Δημοκρατίας της, όσο και την ασχήμια της… Όχι της Ιστορία της, αλλά των άσχημων και πανούργων ανθρώπων της, όπως τον Εφιάλτη του Λεωνίδα και του Αθηναίου ρήτορα Δημοσθένη, ο οποίος, όπως θα δούμε, λειτούργησε με κάθε τρόπο ενάντια στο Μακεδόνα Βασιλιά Φίλιππο Β.
Το έργο του συγγραφέα, «ΦΙΛΙΠΠΟΣ Β΄, Ο Μέγιστος ηγεμών των Ελλήνων», κατά την ταπεινή άποψη του γράφοντα, αποτελεί εφαλτήριο αφύπνισης σε πανελλαδικό επίπεδο, έτσι ώστε τα σχολοπαίδια σήμερα να μάθουν αυτά που δεν μάθαμε εμείς στα δικά μας μετεμφυλιακά, ιδιαίτερα χρόνια.
Χαρακτηριστικό του καιρού μας, οι Πρέσπες, 17 του Ιούνη του 2018. Όλοι οι κομματικοί αποτελούν μέρος του παιχνιδιού. Το αποτέλεσμα του Ιούνη και ό, τι ακολούθησε ως σήμερα, είναι το απαύγασμα των κομματικών «αντιπαραθέσεων». Η μπακαλίστικη εξωτερική «πολιτική» της Ελλάδας, αντικατοπτρίζει το σημερινό αποτέλεσμα. Οι έλληνες πολίτες έχουνε μείνει ανημέρωτοι και οι Πρέσπες, της 17ης του Ιούνη του 2018, το επιβεβαίωσαν. Τα κόμματα λειτούργησαν και λειτουργούν ως υποθυγατρικές εταιρίες μεγάλων τραστ εκτελώντας με μαθηματική ακρίβεια τις εντολές των ευρωπαϊκών εταιριών-κρατών και οι πολίτες αυτής της άμοιρης Χώρας, έχουν άγρια μεσάνυχτα για το τι συμβαίνει. Γνωρίζουν μόνο να ψηφίζουν και να διχάζονται. Εκεί παίρνουν άριστα… Η άρον άρον συμφωνία των Πρεσπών, η οποία επιβλήθηκε από εξωελληνικούς παράγοντες και συμφέροντα και παρά την άρνηση της πλειοψηφίας του λαού, κατά τη δεύτερη ήμισυ δεκαετία του 21ου αιώνα, επικράτησε η ασέβεια της κομματικής νομενκλατούρας των κυβερνόντων προς το λαό όσο και προς το σύνταγμα, που, όπως γνωρίζουμε, μεταξύ άλλων ορίζει: «Θεμέλιο του πολιτεύματος η λαϊκή κυριαρχία και όλες οι εξουσίες πηγάζουν από το Λαό, υπάρχουν υπέρ αυτού και του Έθνους και ασκούνται…», η ελληνική κυβέρνηση δεν σεβάστηκε ούτε λαό ούτε σύνταγμα και λειτούργησε ως εκτελεστής των ξένων αποφάσεων.
Στις πολιτείες του σήμερα όπου επικρατεί ο μερκαντιλισμός και ο εκφαυλισμός, το τέρας δηλαδή, με όλα τα συμπαρομαρτούντα, συγκροτούν μια πολυμήχανη και ποικιλοπρόσωπη Νέα Τάξη Πραγμάτων, γνωστή ως «Παγκοσμιοποίηση». Στα πολλαπλά χαρακτηριστικά της εντάσσονται και οι Πόλεμοι που καταλύουν και στρωματοποιούν έθνη, λαούς, ιστορίες και πολιτισμούς και παράλληλα σχηματίζουν το Παγκόσμιας εμβέλειας εφαλτήριο καταστροφικών επιδρομών, ο εφησυχασμός δεν επιτρέπεται. Η ιστορία μας, που αποτελεί το ανεξάντλητο φως στα γύρω σκοτάδια μας, πρέπει να διαφυλαχτεί με κάθε τρόπο. Ορατοί οι κίνδυνοι. Τα καλέσματα πολλά. Σε κυκεώνα αδιεξόδων βρίσκεται η Ελλάδα. Η αφύπνιση όσο και η συνειδητοποίηση των πραγμάτων επιβάλλεται. Το χρέος των ελλήνων απέναντι στην ιστορία αποτελεί προϋπόθεση επιβίωσης· ύπαρξης.
Σωστά επισημαίνει, προτάσσει και θυμίζει ο συγγραφέας του βιβλίου στη σελίδα 12 ότι: «Η αγνόηση των ιστορικών καταβολών και η αμνησία οδηγούν στην απώλεια της ανθρώπινης ιδιότητας. Για να αποτρέψουμε, λοιπόν, την πορεία της προς τον αφανισμό, χρέος όλων μας είναι να ενεργοποιήσουμε την ιστορική μας μνήμη. Συνεπώς, η ιστορία ως «τόπος» συγκρότησης και αναστοχασμού της εθνοφυλετικής ταυτότητας ενός λαού, ως πεδίο ανάδειξης των σημαντικών προσωπικοτήτων αποτελεί μέγιστο χρέος όλων μας….
Εδώ ας μου επιτραπεί να συμπληρώσω πως…, αναγκαστικά πρέπει να γυρίσουμε πίσω, προκειμένου να συναντήσουμε τη μήτρα που γέννησε τη σημερινή ιστορία, η οποία, ως σήμερα δεν καταγράφηκε σωστά παρά κουτσουρεμένα και κάτω απ’ το μακιγιάζ που κατά καιρούς επέβαλαν διάφοροι λόγιοι και συμφέροντα. Από εκεί πρέπει να αρχίσουμε, απ’ τις ρίζες, που δεν φαίνονται αν δεν τις σκαλίσεις. Αυτό κάνει ο συγγραφέας-ερευνητής Παύλος Καρακιόλης με το έργο του: «ΦΙΛΙΠΠΟΣ Β΄, Ο Μέγιστος ηγεμών των Ελλήνων».
Πριν περάσουμε στο κύριο σώμα του έργου, θα ήθελα να αναφέρω την μεγίστη προσπάθεια του συγγραφέα τόσο προς τη σύνθεση του βιβλίου όσο και στο ιστορικό περιεχόμενο, το οποίο αποτελείται από 15 καταπληκτικές ενότητες, οι οποίες, μέσα από τα βάθη των αιώνων τα γεγονότα τρέχουν σαν κινηματογραφική ταινία, χωρίς να αφήνουν την παραμικρή λεπτομέρεια αφώτιστη. Ο αναγνώστης ως ταξιδευτής, με έντονο το ενδιαφέρον σπεύδει να πληροφορηθεί κατά πόσο η ιστορία είναι ολοκληρωμένη και άσπιλη ή αν έχει υποστεί αφαιρέσεις με «χειρουργικά» νυστέρια των «γιατρών» της εποχής. Θα βρεθεί ανάμεσα στο απώτερο παρελθόν, θα βρεθεί με θύτες και θύματα, με αλήθειες και ψέμα και νοερά θα νιώσει τις παραστάσεις, που ο συγγραφέας με γλαφυρό και παραστατικό τρόπο, παρουσιάζει τον ρου των πραγμάτων, άγνωστα ως τώρα για την Ιστορία και τους πολίτες αυτής της Χώρας.
Κύριο χαρακτηριστικό της π.Χ. εποχής οι διάφοροι….ιστορικοί που ασχολήθηκαν και που ο αναγνώστης, μέσα από τις 206 σελίδες του βιβλίου, εκείνο που μπορεί με ακρίβεια να διακρίνει, είναι η αποσιώπηση ή το κουτσούρεμα της Ιστορίας. Ο αναγνώστης ίσως νιώσει και τη δική του ενοχή επειδή έχει πάψει να λειτουργεί σαν διεκδικητής στα ιστορικά αποθέματα της Χώρας και ίσως, κάποια στιγμή ζητήσει να ανοίξουν τα κλειστά παραθύρια της λεηλατημένης «κομψά» σημερινής Ελλάδας για να φωτιστεί ο τόπος.
Κλείνοντας μεταφέρω απόσπασμα από τη σελίδα 9 μέρος του προλόγου του, δρ Αρχαιολογίας-Ιστορικού κ. Χάρη Κουτελάκη, να γράφει ανάμεσα με άλλα… «Βλέπεις ανάγλυφα τις αιτίες, τους πολικαντισμούς των ανθρώπων, τα διαπλεκόμενα συμφέροντα, απαράλλακτα όπως σήμερα σε μικρότερη κλίμακα ασφαλώς, αλλά και την μεγαλοσύνη ορισμένων πατριωτών. Αναζητά την ελπίδα από τον ορυμαγδό και τον κατήφορο, ψάχνεις ένα στήριγμα σωτηρίας, όπως στις μέρες μας, και βλέπεις ξάφνου την απαστράπτουσα μορφή ενός Έλληνα που μέσα από το αίμα και τις στάχτες των μαχών φέρνει ένα όραμα. Την ένωση των Ελλήνων και την προοπτική εκδίωξης από τον τόπο των ξένων Δυναστών και των φερέφωνών τους.
Είναι ο θεμελιωτής αυτής της προοπτικής, ο άνθρωπος που άλλαξε τον ρου της Ιστορίας όλων των Ελλήνων, ο πατέρας που οδήγησε τον γιο στην αποθέωση και στη δόξα όλων των αιώνων, ο γεννήτορας της μεγαλύτερης πολιτικοστρατιωτικής μορφής, πρότυπο και ιδανικό από κει και πέρα όλων των μεγάλων στρατηλατών της Ιστορίας. Είναι ο Φίλιππος Β` ο ηγεμόνας όλων των Ελλήνων που είχε το άδοξο τέλος όλων των Μεγάλων αυτού του τόπου…».


1. ΟΙ ΣΠΟΥΔΑΙΟΤΕΡΟΙ ΒΑΣΙΛΕΙΣ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ
ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΟΝ ΦΙΛΙΠΠΟ

Ξεκινώντας με την πρώτη ενότητα στη σελίδα 15-17-18, διαβάζουμε:
«Η Μακεδονία στα χρόνια της ποιμηνοκρατίας (ομηρική εποχή) ήταν για πολύ καιρό απομονωμένη από την υπόλοιπη Ελλάδα. Την ίδια περίοδο συνεχίζονταν αδιάκοπα τα περάσματα διαφόρων νομαδικών λαών και οι αλλεπάλληλες επιδρομές οργανωμένων φυλετικών ομάδων. Τα πρώτα χρόνια της Μακεδονίας βασικά μοιάζουν με την ιστορία των πιο γνωστών μας αρχαίων κοινωνιών. Στη συνέχεια, επηρεαζόμενη από την πολιτισμική επιρροή που ασκούσαν οι νότιες πόλεις, που με τις εθνοφυλετικές ιδιαιτερότητές τους συνδιαμόρφωναν διαρκώς τα χαρακτηριστικά τους, κατάφερε να κυριαρχήσει μέχρι την έλευση των Ρωμαίων στον ελλαδικό χώρο ως η ισχυρότερη στρατιωτική δύναμη του αρχαίου κόσμου. Εθνολογικά οι Μακεδόνες, σύμφωνα με την επιστημονική ιστορία, αλλά και την πλειονότητα των συμβατικών χρονογράφων, είναι φύλα ελληνικά και ανήκουν στην ίδια πάντα ομοεθνία.
Η ίδρυση της πρώτης κρατικής οντότητας τοποθετείται στο 802 π.Χ. περίπου, λίγο πριν από την αρχή της Α΄ μακεδονικής περιόδου, κατά την οποία, σύμφωνα με την παράδοση, πρώτοι ηγεμόνες υπήρξαν ο Ημάθιος ο Μακεδών και ο Κάρανος, μυθολογικοί απόγονοι των Δωριέων.
Κατά την Α΄ μακεδονική περίοδο της δυναστείας των Αργεαδών…, (ονομασία βασιλικού γένους…,) λίγους αιώνες μετά τα ομηρικά χρόνια, την εξουσία αναλαμβάνει ο πρώτος βασιλιάς του κράτους, ο Περδίκκας Α΄ (700-652 π.Χ.). Η Β΄ περίοδος της μακεδονικής βασιλείας εκτείνεται από το 540 έως το 359 π.Χ., ενώ η Γ΄ περίοδος (359-323 π.Χ.) αποτελεί τη μεγάλη κλασική εποχή κατά την οποία αναρριχήθηκε στον θρόνο ο Φίλιππος και στη συνέχεια ο γιος του Μέγας Αλέξανδρος. Η κλασική περίοδος αναμφισβήτητα δεν δημιουργήθηκε και δεν αναπτύχθηκε ανεξάρτητα από τους ήδη παγιωμένους δρόμους. Βρήκε, όμως, την ισορροπία μέσα από την πείρα του παρελθόντος καθώς και το πνεύμα της νέας εποχής. Η λαμπρότερη ίσως εποχή των Ελλήνων παρουσίασε στην πορεία της απίστευτες δημιουργικές επιδόσεις στον χώρο του πνεύματος και της τέχνης».

   1.1. Ο ΒΑΣΙΛΙΑΣ ΑΡΧΕΛΑΟΣ (413-399 π.Χ.)

Συνεχίζοντας αποσπασματικά τη ροή των ενοτήτων στις σελίδες 19-20-21:
«Ακόμα και η Β΄ περίοδος υπήρξε καθ’ όλη σχεδόν τη διάρκειά της μια παρατεταμένη περίοδος πολέμων, αφού οι μύριες επιδρομές τόσο των βαρβάρων όσο και άλλων φυλών που ενίοτε δεχόταν το μακεδονικό κράτος συνεχίζονταν με ακατάπαυστη ένταση. Αυτό όμως δεν εμπόδισε καθόλου να αναδειχθούν μέσα από την υπάρχουσα αστάθεια μερικοί σπουδαίοι βασιλείς οι οποίοι διακρίθηκαν ιδιαίτερα για την αναμορφωτική τους δραστηριότητα. Ένας από αυτούς ήταν ο Αρχέλαος (413-399 π.Χ.), νόθος γιος του Περδίκκα Β΄, που μετά τον θάνατο του πατέρα του, και ενώ κηδεμόνευε τον μικρότερο αδελφό του, το 413 π.Χ. σφετερίστηκε τον θρόνο και ο ίδιος έγινε ο ένατος βασιλιάς της Μακεδονίας. Σίγουρα στο ενεργητικό του πιστώνεται η μεταφορά της παλαιάς πρωτεύουσας των Μακεδόνων από το οχυρό των Αιγών (Έδεσσα) στα παράλια της Πέλλας, η οποία από πολύ παλαιά διέθετε αξιόλογη οργανωμένη λιμενική εγκατάσταση.
Όταν ο Αρχέλαος αντιλήφθηκε ότι ο γεωγραφικός περίγυρος ήταν διάσπαρτος από εχθρικές δυνάμεις που απειλούσαν τη χώρα του, δεν δίστασε να κινηθεί νοτιοανατολικά διευρύνοντας τα όρια της Μακεδονίας, αφού εκδίωξε από εκεί τους Πίερες. Στη συνέχεια, προελαύνοντας κατέλαβε όλη τη γύρω περιοχή της Πύδνας. Για την πράξη του αυτή οι Αθηναίοι τον ανακήρυξαν πρόξενο, φίλο και ευεργέτη. Η Μακεδονία στην εποχή του γνώρισε πρωτοφανείς μεταρρυθμίσεις, αυξήθηκαν οι στρατιωτικές δαπάνες με γεωμετρική πρόοδο, κατασκευάστηκαν οχυρωματικά έργα, χτίστηκαν περιμετρικά τείχη και φρούρια που όμοιά τους ούτε στη φαντασία τους δεν είχαν δει οι προηγούμενοι βασιλείς. Παράλληλα, σημειώθηκε μεγάλη πρόοδος στα γράμματα, τις τέχνες και τον πολιτισμό, ενώ η αυλή του βασιλιά άνοιξε τις πύλες της σε όλους τους σοφούς, τους ποιητές και τους καλλιτέχνες».
Άλλο σημαντικό πρόσωπο στη μακεδονική αυλή ήταν ο Ευραίος, σπουδαίος μαθητής του Πλάτωνα. Όπως λεγόταν συχνά, κανείς επιφανής άνδρας αλλότριος προς τη φιλοσοφία και τα μαθηματικά δεν θα ήταν δυνατόν να παρακαθήσει στη βασιλική τράπεζα. Το παράδειγμα το τηρούσαν με ιδιαίτερη ευλάβεια οι Μακεδόνες πρόκριτοι και το συνέχισαν αργότερα οι στρατηγοί του Φιλίππου και του Μεγάλου Αλεξάνδρου, οι οποίοι ξεχώριζαν για τις εξαιρετικές τους γνώσεις. Μερικοί μάλιστα, όπως ο Αντίπατρος και ο Πτολεμαίος, γιος του Λάγου, διακρίθηκαν και για το συγγραφικό τους έργο».

1.2. ΑΜΥΝΤΑΣ Γ` (393-370 Πχ.) σελ. 23-24

«Κατά τη διάρκεια της Β` περιόδου (393-370 π.Χ.)δεν έλειψαν αναταράξεις και επιδρομές από διάφορα φύλα ενάντια στο βασιλιά Αμύντα, ο οποίος, κατάφερε με τις στρατηγικές του επιλογές να επικρατήσει αλλά και να ανατρέψει διάφορους χαρακτηρισμούς σε βάρος του. Χαρακτηριστικό δε της περιόδου εκείνης, αποτέλεσε η γέννηση του Φιλίππου Β` το 382 π.Χ.
«Στη Β΄ περίοδο τοποθετείται και η θητεία του Αμύντα Γ΄, πατέρα του Φιλίππου Β΄, μια θητεία η οποία χαρακτηρίστηκε από πολλούς η αρχή της βαθμιαίας κατάπτωσης των ιστών του μακεδονικού κράτους, μολονότι ο βασιλιάς κατέκτησε τον θρόνο με καλούς οιωνούς. Εντούτοις, στάθηκε αδύνατο να ελέγξει τις διάφορες οργανώσεις οι οποίες, ερίζοντας συνεχώς γύρω από τον θρόνο, με τις ατέρμονες ενέργειές τους πυροδοτούσαν διαρκώς την αποσταθεροποίηση και τη δημιουργία κλίματος αναταραχής.
Μπροστά στην εκρηκτική αυτή κατάσταση, πολύ δύσκολα συγκρατούνταν πλέον οι εδαφικές βλέψεις των γύρω φυλών και των επιδρομέων άλλων μικρών βαρβαρικών λαών για εισβολή στη Μακεδονία.
Μια τέτοιου είδους εισβολή πραγματοποιήθηκε το 393 π.Χ. από τους Ιλλυριούς στη Λυγκηστίδα, για να ακολουθήσει αμέσως η συμμαχία του Αμύντα με το κοινόν των Χαλκιδέων. Καρπός της συμμαχίας αυτής ήταν η επικράτηση μιας βραχύβιας ειρήνης και ο γάμος του βασιλιά με την Ευρυδίκη, εγγονή του Αρριδαίου, κόρη του Σίρρα και μητέρα του Φιλίππου Β΄. Αμέσως μετά ο Αμύντας κήρυξε τον πόλεμο κατά των Ολυνθίων, επειδή εκείνοι αρνήθηκαν να επιστρέψουν τα μέρη που τους είχε εμπιστευτεί ο βασιλιάς, αλλά κυρίως επειδή αρνήθηκαν να συμμαχήσουν με τους Μακεδόνες για την αποτροπή των εισβολέων Ιλλυριών.
Περιβαλλόμενος από τον ολοφάνερο κίνδυνο, ο Αμύντας αναγκάστηκε να ζητήσει βοήθεια από τους Σπαρτιάτες. Η ανταπόκρισή τους ήταν αστραπιαία, με αποτέλεσμα οι Ολύνθιοι και οι Χαλκιδείς να υποταχθούν άμεσα στην κυρίαρχη δύναμη της περιοχής.
Το 382 π.Χ. όμως, χρονιά γέννησης του Φιλίππου Β΄, οι Χαλκιδείς επιτίθενται αιφνιδιαστικά στη Μακεδονία και καταλαμβάνουν την Πέλλα. Συνδυασμένες ενέργειες Μακεδόνων και Σπαρτιατών ισορροπούν πρόσκαιρα την κατάσταση στις λυσσαλέες συγκρούσεις που μαίνονται με Ολυνθίους και Χαλκιδείς.
Το 370 π.Χ., λίγο πριν από τον θάνατο του Αμύντα Γ΄, υπογράφεται άλλη μία συμμαχία, αυτή τη φορά με τους Περραιβούς.
                       1.3. ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ Β΄ (370-368 π.Χ.)            σελ. 24-25

 «Όταν ο Αμύντας πέθανε, είχε από την πρώτη σύζυγό του τρεις γιους, τον Αλέξανδρο, τον Περδίκκα και τον Φίλιππο, και άλλους τρεις, τον Αρχέλαο, τον Αρριδαίο και τον Μενέλαο, από τον δεύτερο γάμο του.
Τον θρόνο ανέλαβε το 370 π.Χ. ο Αλέξανδρος σε ηλικία είκοσι ετών. Ο νεαρός βασιλιάς –όπως αναφέρουμε επιγραμματικά πιο πάνω– διέθετε εξαιρετικά για την ηλικία του στοιχεία πνευματικής συγκρότησης και τολμηρής αποφασιστικότητας. Απόδειξη αυτών είναι πως όταν ο ίδιος χρειάστηκε να απαντήσει στην έκκληση των Αλευαδών της Λάρισας για βοήθεια, χωρίς σχετική χρονοτριβή εισέβαλε στη Θεσσαλία, υπέταξε τη Λάρισα και την Κραννώνα και ύστερα από μικρής διάρκειας επιχειρήσεις κατατρόπωσε τον τύραννο των Φερών. Πανικοβλημένος αυτός ζήτησε βοήθεια από τους Θηβαίους. Εκείνοι, υπό την αρχηγία του στρατηγού Πελοπίδα, απομάκρυναν τους Μακεδόνες από τη Λάρισα.
Οι φήμες που κυκλοφορούσαν στην Πέλλα και συσκότιζαν την κατάσταση σχετικά με την εκθρόνιση του Αλεξάνδρου εξελίχθηκαν σύντομα σε ανοιχτές συγκρούσεις, οι οποίες ανάγκασαν τον βασιλιά να ζητήσει επειγόντως βοήθεια από τον Πελοπίδα. Βοήθεια, όμως, από τον Πελοπίδα ζήτησε και ο διεκδικητής του θρόνου Πτολεμαίος Αλωρίτης. Έπειτα από τη συμβιβαστική παρέμβαση του στρατηγού, συμφωνήθηκε να διατηρηθεί στον θρόνο ο Αλέξανδρος και να δώσει στους Θηβαίους τριάντα ευγενείς Μακεδόνες ως ομήρους, μαζί με αυτούς και τον νεαρό Φίλιππο, ως εγγύηση για την τήρηση των συμφωνηθέντων. Συμφωνήθηκε επίσης να παραχωρηθεί η επαρχία Βοττιαία στον Πτολεμαίο και να αναλάβει αυτός τη θέση του κυβερνήτη της πόλης Άλωρος, αξίωμα στο οποίο οφείλει το όνομα «Πτολεμαίος Αλωρίτης». Το μικρόβιο, όμως, της αδηφάγου αρχομανίας, το οποίο υποβόσκει σε κάθε σχεδόν φιλόδοξο αναρριχητή του θρόνου, ανάγκασε τον Πτολεμαίο να μην αρκεστεί στη θέση του κυβερνήτη της Αλώρου και να αρχίσει να σχεδιάζει μεθόδους εξόντωσης του νεαρού βασιλιά.
Έτσι, το 368 π.Χ. τα σχέδιά του υλοποιούνται. Ο Αλέξανδρος δολοφονείται και νέος βασιλιάς γίνεται ο Αλωρίτης.


1.4. ΠΤΟΛΕΜΑΙΟΣ ΑΛΩΡΙΤΗΣ (368-365 π.Χ.) σελ. 26

Σύντομες, περιεκτικές και σχολαστικά γραμμένες ενότητες του συγγραφέα στο σώμα, παρατίθενται ασχολίαστες.
«Αμέσως μετά την κατάληψη του θρόνου από τον Πτολεμαίο, άρχισε η ενίσχυση της οργάνωσης των Λυγκηστών. Η άλλη πολιτική οργάνωση των Μακεδόνων, μην αντέχοντας τις αλλεπάλληλες αυθαιρεσίες και τις συνεχιζόμενες βιαιοπραγίες σε βάρος της, ανέδειξε επικεφαλής της τον Τημενίδη Παυσανία, του οποίου οι ρίζες ανάγονταν στη βασιλική δυναστεία των Αμυνταίων. Την ίδια εποχή οι Αθηναίοι έστειλαν στρατιωτική δύναμη υπό τον στρατηγό Ιφικράτη στην Αμφίπολη.
Ταυτόχρονα ο Παυσανίας, έχοντας συγκροτήσει ένα ικανό σώμα Ελλήνων μισθοφόρων, προκάλεσε σε πόλεμο τους Λυγκηστές. Οι συγκρούσεις που ακολούθησαν είχαν αποτέλεσμα την εκδίωξη του Πτολεμαίου από τον θρόνο και τη φυγή του στην Αμφίπολη. Στη συνέχεια ο Παυσανίας, έπειτα από προσεκτικό σχεδιασμό, κατέλαβε τον Ανθεμούντα, τη Θέρμη, τη Στρέψα και άλλες πόλεις.
Οι εμφύλιες συγκρούσεις και οι καταλήψεις πόλεων συνεχίστηκαν με αμείωτη ένταση. Ωστόσο, το ποιος θα παρέμενε στον βασιλικό θρόνο το καθόριζαν ο Αθηναίος στρατηγός Ιφικράτης, ο οποίος είχε αναχαιτίσει επιτυχώς την προέλαση του Παυσανία, και ο Θηβαίος Πελοπίδας, που για κανένα λόγο δεν ήθελε να αφαιρεθεί η βασιλεία από τον μακεδονικό βασιλικό οίκο. Έτσι, ανάγκασε τον Πτολεμαίο να αναγνωρίσει τα δικαιώματα των ανήλικων αδελφών Αλεξάνδρου, Περδίκκα και Φιλίππου, καθώς και να παραδώσει πενήντα ομήρους, μεταξύ αυτών και τον γιο του Πτολεμαίο, αλλά και τον αρχηγό της οργάνωσης των Λυγκηστών, ως υπεύθυνο των εμφύλιων συγκρούσεων».

                    1.5. ΠΕΡΔΙΚΚΑΣ Γ΄ (365-359 π.Χ.)                   σελ. 27-28

«Ενώ στην Πέλλα οι διαμάχες των πολιτικών οργανώσεων και οι βλέψεις των επικεφαλής αυτών στον βασιλικό θρόνο μαίνονταν ακατάπαυστα, ο Περδίκκας, που εκείνη την εποχή βρισκόταν υπό την επιτροπεία του Πτολεμαίου Αλωρίτη, αντιλήφθηκε ότι ο επίτροπος μεθόδευε τρόπους εξόντωσής του. Δίχως να χρονοτριβεί, πρόλαβε και δολοφόνησε τον Αλωρίτη και στη συνέχεια, το 365 π.Χ., στέφθηκε ο ίδιος βασιλιάς. Η δαιδαλώδης, όμως, σύνθεση των πολύπλοκων προβλημάτων που βρήκε μπροστά του ανάγκασε τον βασιλιά να αναλάβει γρήγορα πρωτοβουλίες.
Έτσι, θέλοντας ο ίδιος να απαλλαγεί από τους δυσβάστακτους όρους της μονοβαρούς συμφωνίας καταβολής λύτρων στους Ιλλυριούς, αποσπάστηκε από τη συμμαχία των Θηβαίων και ζήτησε από τους Αθηναίους την αντικατάσταση του στρατηγού Ιφικράτη, αλλά και την –εξ ανάγκης– τήρηση της συμμαχίας μαζί τους. Οι Αθηναίοι έστειλαν στη θέση του Ιφικράτη τον Τιμόθεο. Αυτός, εκμεταλλευόμενος την ετοιμόρροπη πλέον συμμαχία με τον Περδίκκα, κατέλαβε τις παραλιακές πόλεις της Χαλκιδικής Όλυνθο και Τορώνη. Συνεχίζοντας την προέλαση ο στρατός του πλησίασε επικίνδυνα τα γεωγραφικά όρια της Μακεδονίας, πιέζοντας συνεχώς και δοκιμάζοντας τις αντοχές του Περδίκκα. Ο βασιλιάς, κάνοντας μια υπολογισμένη στρατηγική κίνηση τακτικής, το 362 π.Χ. ήρθε σε συμφωνία με τον στρατηγό Καλλισθένη, ο οποίος είχε ήδη οργανώσει την άμυνα της Αμφίπολης.
Την ίδια περίοδο οι Θασίτες ίδρυσαν τις Κρηνίδες στη θέση της παλαιάς πόλης Δάτον. Ο Αθηναίος στρατηγός Τιμόθεος, μετά την κατάληψη των πόλεων Μεθώνη και Πύδνα, επιχείρησε χωρίς επιτυχία να καταλάβει και την Αμφίπολη, συνάντησε όμως ισχυρή αντίσταση και σε αμφίρροπη μάχη που έγινε, οι δυνάμεις του αποδεκατίστηκαν. Κατάφεραν όμως να συλλάβουν τον Καλλισθένη, τον οποίο καταδίκασαν σε θάνατο.
Η ανάγκη να επιστρέψει στη Μακεδονία ο Φίλιππος, που είχε δοθεί το 364 ως όμηρος στη Θήβα, και η παρότρυνση από τους φίλους του γίνεται πλέον ολοένα και πιο επιτακτική.
Οι μύριοι κίνδυνοι που συγκεντρώνονται τώρα στον ορίζοντα της Μακεδονίας σφίγγουν ολοένα και περισσότερο τον λαιμό του Περδίκκα. Ο περίγυρος τόσο από τον Βορρά όσο και από τον Νότο αυξάνει τους κινδύνους με πολλαπλασιαστική ισχύ. Ανομοιογενείς δυνάμεις, με διαφορετικά συμφέροντα η καθεμία, συνεργάζονται για έναν κοινό σκοπό, την εκδίωξη του βασιλιά από τον θρόνο, περιορίζοντας έτσι τον χρόνο παραμονής του στην εξουσία.
Αν όμως τις περισσότερες φορές ο χρόνος, σε συνδυασμό με την ικανότητα του βασιλιά να χειρίζεται σοβαρές κρίσεις, λειτουργεί ως αέναος σύμμαχος ευνοϊκών αποτελεσμάτων, στην περίπτωση του Περδίκκα συνέβη το αντίθετο· όχι μόνο δεν λειτούργησε ως τέτοιος, αλλά αντιθέτως ενίσχυσε απόλυτα τις ετερόκλητες συνασπισμένες δυνάμεις, δίνοντάς τους όσο διάστημα χρειάζονταν, προκειμένου να καταστούν την κατάλληλη στιγμή κυρίαρχη δύναμη της περιοχής.
Ο κύκλος της ζωής του Περδίκκα έκλεισε όταν αυτός αποφάσισε το 359 π.Χ., παρά την αρνητική συγκυρία, να εκστρατεύσει κατά των Ιλλυριών και των συμμάχων τους Λυγκηστών. Ποτέ δεν θα φανταζόταν ότι στις συγκρούσεις που θα ακολουθούσαν ο στρατός του θα οδηγούνταν στη μάχη ως πρόβατο επί σφαγή, αφού μετά τη λήξη της μετρήθηκαν 4.000 νεκροί Μακεδόνες, μαζί με αυτούς και ο ίδιος ο βασιλιάς Περδίκκας.

 2. ΦΙΛΙΠΠΟΣ Β΄ (359-336 π.Χ.)
Ο ΕΝΣΑΡΚΩΤΗΣ ΤΗΣ ΕΙΡΗΝΙΚΗΣ ΣΥΝΥΠΑΡΞΗΣ
                            ΚΑΙ ΣΥΝΕΝΩΣΗΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ                  σελ. 29

(Εδώ ας μου επιτραπεί μία παρένθεση την οποία θεωρώ απαραίτητη. Όλα αυτά τα συμπαρομαρτούντα που περιγράφονται στο εν λόγω βιβλίο με έναν διαφορετικό, παραστατικό και γλαφυρό λόγο που εισχωρεί σε νου και ψυχή και όχι ξύλινο με φτιασίματα και χρώματα, διαδραματίστηκαν σε μια ατέρμονη όσο και αφύσικη εκρηκτική περίοδο με ό,τι συνεπάγεται. Μια περίοδος, μοναδική για τον τότε νότιο ελληνισμό, ο οποίος, από τη μια έστηνε Παρθενώνες και παρήγαγε σοφούς και επιστήμονες όλων των μεγεθών και από την άλλη δίχαζε, γκρέμιζε, πρόδινε ό, τι αφορούσε την ένωση της Ελλάδας με την Μακεδονία και το Φίλιππο, με σκοπό την από κοινού πλέον πλήρη εκδίωξη της αυτοκρατορίας των Περσών. Η έρευνα του Παύλου Καρακιόλη που φέρνει στην επιφάνεια ιστορικά στοιχεία -ντοκουμέντα μέσα από αξιόπιστες πηγές, δεν επιδέχεται καμία αμφισβήτηση, ακόμα και αν στέκεται απέναντι σε άλλους …ιστορικούς και ερευνητές, όσο και σε …σύγχρονους αντιρρησίες και αμφισβητίες του 21ου αιώνα. Θερμοί οπαδοί της ανοικτιρμοσύνης έναντι της ιστορίας της πατρίδας τους και προσκείμενους σε ξένα κέντρα…, μικρότερα μεν της Περσικής Αυτοκρατορίας των εκατοντάδων φυλών και εθνών, ισχυρότερα δε στη σύνθεση αδολεσχίας, δοκησίσοφων και αιθεροβαμόνων, πολεμοχαρών, εκμαυλιστών και μερκαντιλιστών της ΝΤΠ.
Βέβαια, όπως διαβάσαμε κατά καιρούς διάφορες μελέτες μεταγενέστερων ιστορικών και ερευνητών από διάφορες χώρες, Ρώσοι, Γερμανοί κ. ά. που μελέτησαν την ιστορία του Φιλίππου και της αρχαίας Μακεδονίας, οι απόψεις τους διίστανται, ιδιαίτερα ως προς την καταγωγή των αρχαίων Μακεδόνων. Οι απαντήσεις δίνονται στο βιβλίο «ΦΙΛΙΠΠΟΣ Β΄, Ο Μέγιστος ηγεμών των Ελλήνων» καθώς και σε άλλα ιστορικά εγχειρίδια του ιδίου όπως, «Οι Μακεδόνες και η δυναστεία των Αργεαδών» και για την καταγωγή και για τη στρατηγική φιλοσοφία του Φιλίππου και για τα «κομψά» επίθετα που εκτόξευαν οι ελίτικες παρέες των Αθηνών χαρακτηρίζοντας τον Φίλιππο και τους Μακεδόνες «βάρβαρους».
Λίγο πριν την εμπλοκή Αθήνας-Φιλίππου, ως αδιάλειπτος πρωταγωνιστής μιας πολεμικής όσο και επαναλαμβανόμενης μισητής αντιπαράθεσης, συναντούμε στο πρόσωπο του ρήτορα Δημοσθένη, ο οποίος προκειμένου να εμψυχώσει στους Αθηναίους το ανώτερο του αθηναϊκού πολιτισμού σε βάρος των «βαρβάρων», προσπάθησε με διάφορους… πολιτικούς ελιγμούς να τους πείσει να αποτρέψουν μια ενδεχόμενη επίθεση).
. . .
Με το κλείσιμο της παρένθεσης επανερχόμαστε στην ενότητα με αποσπάσματα της περιόδου 2. ΦΙΛΙΠΠΟΣ Β΄ (359-336 π.Χ.)
 Ο ΕΝΣΑΡΚΩΤΗΣ ΤΗΣ ΕΙΡΗΝΙΚΗΣ ΣΥΝΥΠΑΡΞΗΣ
ΚΑΙ ΣΥΝΕΝΩΣΗΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ       Στις σελίδες 30-36 διαβάζουμε:
«Μετά τον θάνατο του Περδίκκα Γ΄ -μεγαλύτερου αδελφού του Φιλίππου - βασιλιάς της Μακεδονίας έγινε για λίγο ο ανήλικος γιος του Αμύντας Δ΄, ενώ την επιτροπεία ανέλαβε ως αντιβασιλιάς ο θείος του Φίλιππος, ο οποίος είχε ήδη επιστρέψει από τη Θήβα όπου είχε δοθεί όμηρος. Ο Φίλιππος, που γεννήθηκε το 382 π.Χ., εκείνη την εποχή, λίγο πριν από την αναρρίχησή του στον θρόνο, ήταν 24 ετών.
Η ανατροφή του, πριν ακόμη από την ομηρία του στη Θήβα, υπήρξε καθ’ όλη τη διάρκειά της πλήρως επιμελημένη, επειδή ο ίδιος έζησε και ανατράφηκε μέσα σ’ ένα βαθιά ελληνικό περιβάλλον και τα οφέλη που αποκόμισε από τις σπουδές του ήταν αντίστοιχα με εκείνα που χαρακτήριζαν έναν άριστο μαθητή των Αθηναίων. Εκείνο όμως που τον χαρακτήριζε ιδιαίτερα–όπως αποτυπώνεται μέσα από τις αναφορές των ιστορικών–ήταν η μεστότητα του καθαρού λόγου, που σαγήνευε τους εκλεπτυσμένους συνομιλητές, η ρητορική του δεινότητα, οι απίστευτα εξειδικευμένες γνώσεις, καθώς επίσης και η πολιτική σύνεση, χάρη στην οποία κατάφερε σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα να επιβάλει την προσωπική του κυριαρχία.
Το ότι φρόντιζε διαρκώς για τη φιλοσοφική του μόρφωση αποδεικνύεται από την επιλογή του Αριστοτέλη ως δασκάλου του γιου του Αλεξάνδρου.
Ήδη από τις πρώτες μέρες στη Μακεδονία, με τις πράξεις του παρείχε διαρκώς δείγματα εκπληκτικής ιδιοφυΐας και απαράμιλλης πνευματικής οξυδέρκειας. Ο συνδυασμός της στρατιωτικής επιδεξιότητας και της πνευματικής και διπλωματικής οξύνοιας αποτελούσε σπάνιο προτέρημα, που τον καθιστούσε μια συνταρακτική μορφή του αρχαίου κόσμου. Και ήταν τέτοιο το διαμέτρημά του, που διαχρονικά τροφοδοτούσε αστείρευτα τους χρονογράφους της αιωνιότητας.
Επίσης, η φήμη περί της στρατιωτικής ιδιοφυΐας του Φιλίππου ήταν σαφώς αναγνωρισμένη από τους ιστορικούς της εποχής. Ο ιστορικός Θεόπομπος (378-323 π.Χ.) στο πολύτομο έργο του Φιλιππικά και στο βιβλίο 48, στη μοναδική σχεδόν θετική παράγραφο για τον Μακεδόνα βασιλιά, αναφέρει πως: «ο Φίλιππος συμπεριλαμβάνεται στους πιο μεγάλους άνδρες που γνώρισε όχι μόνο η Ελλάδα, αλλά ολόκληρη η Ευρώπη», ενώ ο Μπέλοχ συμπεραίνει πως «μεγαλύτερη πολιτική φυσιογνωμία ουδέποτε κάθισε επί θρόνου».
*    * *
Για να εκτιμηθεί βαθύτερα η ευρεία προσωπικότητα και η συνακόλουθη δραστηριότητα του Φιλίππου, θα πρέπει να λάβουμε υπόψη την παράμετρο του τρίχρονου θηβαϊκού βίου κατά τη διάρκεια της ομηρίας του. Για το θέμα αυτό ένας από τους επιφανέστερους Νεοέλληνες ιστορικούς, ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος (1815-1891) γράφει: «Ακριβή επιστροφή του Φιλίππου στη Μακεδονία από τη Θήβα δεν γνωρίζουμε. Είναι βέβαιο όμως ότι κατόπιν προτροπής του Πλάτωνα και του Ευραίου, ο αδελφός του Περδίκκας Γ΄ του ανέθεσε την υποτελή διακυβέρνηση κάποιας χώρας της Μακεδονίας. Ο Φίλιππος παρέμεινε εκεί έως τον θάνατο του αδελφού του, τον οποίο ακολούθησε στους πολέμους που έκανε με τη στρατιωτική δύναμη που άρχισε να συγκροτεί από τότε στις επαρχίες τις οποίες διοικούσε εφαρμόζοντας τις σχετικές γνώσεις που αποκόμισε στη Θήβα». Πράγματι, η διαμονή του Φιλίππου στη Θήβα από τα 15 έως τα 18 του χρόνια επέδρασε καθοριστικά στη διαμόρφωση του χαρακτήρα του. Ως όμηρος έτυχε μιας έντιμης και αξιοπρεπούς υποδοχής, έμεινε δίπλα στον Παμμένη, έναν διαπρεπή πολίτη, και έλαβε επιστημονική και ρητορική μόρφωση υψηλού επιπέδου, κάτι που έγινε φανερό όταν αργότερα επέδειξε μεγάλη ρητορική δεινότητα. Επιπλέον, σπούδασε φιλοσοφία, στην οποία όμως αργότερα δεν έδειξε ιδιαίτερη κλίση.
Αυτά και πολλά άλλα γράφει ο Παπαρρηγόπουλος για τον Φίλιππο. Στις εκτενείς αναφορές του σε αυτόν προσθέτουμε συμπληρωματικά πως στη Θήβα αυτός ωφελήθηκε τα μέγιστα από τη συναναστροφή και το παράδειγμα των δύο ανδρών που την εποχή εκείνη λάμπρυναν την πατρίδα τους και ολόκληρη την Ελλάδα, του Επαμεινώνδα και του Πελοπίδα, υπό την ηγεμονία των οποίων είχε τεθεί η πόλη.
Ωστόσο, θα ήταν παράλειψή μας αν αγνοούσαμε τα πολιτισμικά στοιχεία που άφησαν οι νότιοι, και κυρίως η αθηναϊκή ηγεμονική πολιτική, στη Μακεδονία κατά τον 5ο αιώνα π.Χ.
Οι επιρροές του νοτιοελληνικού κόσμου –και κυρίως της Αθήνας, όπου ο πολιτισμός έφτασε στη μέγιστη έκφρασή του– εισέρρευσαν στη Μακεδονία την εποχή της χρυσής πολιτισμικής ανάπτυξης. Οι εμπορικές και μορφωτικές σχέσεις μεταξύ των Αθηναίων και της δυναστείας των Αργεαδών είχαν αποφασιστική επίδραση όχι μόνο στη Μακεδονία αλλά, όπως αποδείχθηκε αργότερα, σε ολόκληρο τον γνωστό κόσμο.
Θα ήταν επίσης παράλειψή μας αν αγνοούσαμε το γεγονός ότι κατά καιρούς κύκλοι της νότιας Ελλάδας άφηναν να διαρρεύσουν διάφορες σκέψεις οι οποίες αναπαρήγαν ελιτίστικες τάσεις· τάσεις διαιρετικές, που λίγο πολύ θεωρούσαν τη Μακεδονία –πριν από την εποχή του Αρχέλαου (413 π.Χ.)– χώρα βαρβάρων.
Για την απομυθοποίηση των ακραίων χαρακτηρισμών, που αφειδώς συντηρούσαν οι άνθρωποι του Δημοσθένη, κορυφαίου δημαγωγού της αθηναϊκής πολιτείας, αντιπαραθέτουμε ακριβές απόσπασμα από το βιβλίο του Μαργαρίτη Δήμητσα Ιστορία της Μακεδονίας, όπου μεταξύ άλλων αναφέρεται: «Από τους προελληνιστικούς χρόνους ακόμη η Μακεδονία ανέδειξε 100 λόγιους και επιστήμονες, συγγραφείς σε όλους τους κλάδους της ελληνικής φιλολογίας (μάλιστα τους ταξινόμησε) σε 13 φιλοσόφους, 14 ποιητές, 24 ιστορικούς, 5 ρήτορες και σοφιστές και 16 φιλολόγους. Δυστυχώς, τα συγγράμματά τους χάθηκαν στο μεγάλο ναυάγιο των ελληνικών γραμμάτων».
Οι ελιτίστικες απόψεις των νοτίων δεν αντέχουν κανενός είδους κριτική, όχι διότι δεν στοιχειοθετούν αντικειμενική τεκμηρίωση, αλλά πολύ περισσότερο επειδή το περιεχόμενό τους ήταν εξολοκλήρου ανακριβές και βρισκόταν σε πλήρη αναντιστοιχία με τη συντριπτική πλειονότητα των χρονογράφων της εποχής, αφού η διάδοσή τους συχνά εκπορευόταν από μια πολύ μικρή, γνωστή αντιμακεδονική ομάδα Αθηναίων σοφιστών.
Ο Δημοσθένης ήταν βέβαια άριστος πολιτικός ρήτορας (δικηγόρος) και με τη δεινότητα των λόγων του ενώπιον της Εκκλησίας του Δήμου επηρέαζε ενίοτε τα μέλη της να λάβουν αποφάσεις της αρεσκείας του, που σε λίγες περιπτώσεις απηχούσαν το συμφέρον της πόλης. Η γνώμη του, όμως, γενικά στους πνευματικούς ανθρώπους της αθηναϊκής πολιτείας δεν είχε ιδιαίτερη βαρύτητα, όπως π.χ. η γνώμη των ιστορικών και των φιλοσόφων, ιδιαίτερα των Στωϊκών. Γι’ αυτό και οι «μύδροι κατά Φιλίππου» που ενίοτε εξαπέλυε, απείχαν παρασάγγας από την επιστημονική μελέτη των ιστορικών και των φιλοσόφων, επειδή στο σύνολό τους χαρακτηρίζονταν από έντονα στοιχεία πολιτικής δημαγωγίας.
Μήπως δεν ήταν ο Δημοσθένης αυτός που με τους τρεις φιλιππικούς λόγους είχε αναγάγει τη δημαγωγία σε ιδιαίτερη επιστήμη, οδηγώντας στο βάραθρο την κοινωνικοπολιτική ζωή της Αθήνας και δείχνοντάς μας τη θλιβερότερη εικόνα της εσωτερικής αποσύνθεσης της αθηναϊκής δημοκρατίας στις παραμονές της επικράτησης των Μακεδόνων;
Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι ο φιλόσοφος Ισοκράτης στο βιβλίο του Μαινόμενοι δημαγωγοί περιγράφει χαρακτηριστικά ως δημαγωγούς την ελιτίστικη ομάδα του Δημοσθένη.
Ο Ισοκράτης, ο οποίος έζησε περίπου εκατό χρόνια (436-338 π.Χ.), υπήρξε φορέας της μακεδονικής ιδεολογίας στην Αθήνα, θεωρητικός των απόψεων του βασιλιά Φιλίππου και περίφημος δάσκαλος της ρητορικής –και ταυτόχρονα αυτόπτης μάρτυρας της πιο πολύπλοκης και ενδιαφέρουσας περιόδου της ελληνικής ιστορίας–, πίστευε επίσης με απόλυτη βεβαιότητα πως οι χαρακτηρισμοί του Δημοσθένη για τους Μακεδόνες οδηγούσαν τα κράτη των Ελλήνων σε βαθύ διχασμό. Επιπλέον, πίστευε ότι μοναδική διέξοδος από την πανελλήνια κρίση την οποία δημιούργησε βαθμιαία η Ανταλκίδειος ειρήνη, που ντρόπιασε και ταπείνωσε το εθνικό φιλότιμο, θα ήταν ένας κοινός ιερός πόλεμος κατά των Περσών, «ένας πόλεμος εκδίκησης των Ελλήνων εναντίον των βαρβάρων για τη βεβήλωση των ιερών».
Γι’ αυτό έπρεπε να αναζητήσουν έναν συνενωτικό αρχηγό που θα ενσάρκωνε την ιδέα του ελληνισμού. Ως μοναδικός σοβαρός μνηστήρας για τη θέση αυτή παρουσιαζόταν ο βασιλιάς της Μακεδονίας Φίλιππος. Πολύ γρήγορα, οι χαρακτηριστικές θέσεις του Ισοκράτη, οι οποίες ταυτίζονταν απόλυτα με τις φιλοδοξίες και τα οράματα του Μακεδόνα βασιλιά, έγιναν το πρόσημο της πολιτικοστρατιωτικής επικράτησης των Μακεδόνων όχι μόνο στον ελλαδικό χώρο αλλά κυρίως στην αχανή ασιατική χώρα των Αχαιμενιδών, την Περσική αυτοκρατορία».


7. Η ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΚΡΟΚΙΟΥ ΠΕΔΙΟΥ (352 π.Χ.) (Θεσσαλία) Σελίδες 66-70
Θα μείνουμε λίγο στην εκπληκτική ενότητα που συναντούμε στη σελίδα 66, ενότητα που μέσα από έντονες αντιπαραθέσεις διαγράφεται και καθορίζεται η μετέπειτα πορεία και έκβαση των αγώνων του Μακεδόνα στρατηλάτη Φίλιππο. Οι περιγραφές που δίνει ο συγγραφέας στην παράταξη μάχης των αντιμαχόμενων στρατών όσο και στη στρατηγική του Φιλίππου, αποκτούν ζωντανό χαρακτήρα τόσο που ο αναγνώστης φαντάζεται τον εαυτό του να ζει δίπλα με τον συγγραφέα στο πεδίο των μαχών και να βλέπει την μετάδοση παραστάσεων που προξενούν δέος μέσα από την κορύφωση των συγκρούσεων.
. . .
«Την έκκληση των Θεσσαλών για βοήθεια ο Φίλιππος την περίμενε ως μάννα εξ ουρανού, επειδή θεωρούσε τους Θεσσαλούς το πιο φιλικά διακείμενο προς τους Μακεδόνες όμορο κράτος, αφού οι σχέσεις τους συχνά διακρίνονταν από αμοιβαιότητα που οφειλόταν στη συγγένεια, αλλά περισσότερο επειδή διευκόλυνε το σχέδιο της πανελλήνιας ένωσης. Για τους λόγους αυτούς, άδραξε αμέσως την ευκαιρία και προς το τέλος του 354 π.Χ. εισέβαλε στη Θεσσαλία μαζί με τα επίλεκτα σώματα των στρατιωτικών του δυνάμεων.

Ο χρόνος της εισβολής του Φιλίππου στη Θεσσαλία είχε συμπέσει με τη διεξαγωγή του Ιερού πολέμου (355-346 π.Χ.) μεταξύ των Φωκέων και των Θηβαίων, που είχε αιτία την αρπαγή μιας πλούσιας Βοιωτής κόρης από τους Φωκείς. Όταν οι Βοιωτοί ζήτησαν την απελευθέρωσή της και οι Φωκείς αρνήθηκαν, απειλήθηκαν άμεσα με πόλεμο από τη συμμαχία του αμφικτιονικού συμβουλίου. Οι Φωκείς, όμως, με αρχηγούς τα αδέλφια Φιλόμηλο και Ονόμαρχο, έχοντας ανάγκη από χρήματα για τη στρατολόγηση μισθοφόρων, επιτέθηκαν στους Δελφούς, καταλήστεψαν τους θησαυρούς και άνοιξαν πολεμικά μέτωπα εναντίον των γειτονικών πόλεων που είχαν εξεγερθεί για να αποτρέψουν τη βεβήλωση των ιερών.

Όταν ο Φίλιππος έφτασε στη Λάρισα (352 π.Χ.), αμέσως η ομοσπονδιακή διοίκηση συγκάλεσε εκτάκτως συνέλευση, κατά την οποία το κοινόν των Θεσσαλών ανέδειξε τον Φίλιππο στο αξίωμα του ισόβιου αρχιστράτηγου, «άρχοντος» των Θεσσαλών.
Αναβαθμισμένος με τους νέους τίτλους από το κοινόν των Θεσσαλών ο Φίλιππος τώρα ετοιμάστηκε για την τελική αναμέτρηση με τις συμμαχικές δυνάμεις του τυράννου των Φερών Λυκόφρονα, οι οποίες όμως αυτή τη φορά είχαν ενισχυθεί αριθμητικά με 20.000 Φωκείς μισθοφόρους και με τον Ονόμαρχο να τίθεται επικεφαλής των συμμάχων. Ο Ονόμαρχος δέχτηκε επίσης τη βοήθεια του Αθηναίου στρατηγού Χάρη, που τότε έπλεε με τον αθηναϊκό στόλο ολοταχώς για τον Ελλήσποντο και όταν πήρε εντολή να βοηθήσει τον στρατηγό των Φωκέων αγκυροβόλησε στο λιμάνι των Παγασών (σημερινός Βόλος).

Ο Φίλιππος παρέταξε τον μακεδονικό στρατό απέναντι από τον εχθρό, κατά πάσα πιθανότητα με την εξής διάταξη: Στην αριστερή πτέρυγα του στρατεύματος όρισε επικεφαλής τον κραταιό στρατηγό Παρμενίωνα, ενώ ο ίδιος ο βασιλιάς κατέλαβε τη δεξιά πτέρυγα. Στο κέντρο και κοντά στον Παρμενίωνα τοποθέτησε τους βαριά οπλισμένους βασιλικούς ιππείς και στο πίσω μέρος παρατάχθηκαν οι ακοντιστές και οι τοξότες, πλαισιωμένοι από τους σαρισοφόρους ιππείς του Αμύντα.
Στη συνέχεια παρέταξε τους ασπιδοφόρους των εταίρων, την αφρόκρεμα της αριστοκρατίας των Μακεδόνων, οι οποίοι είχαν επικεφαλής τον Άτταλο, γιο του Αργαίου. Οι φαλαγγίτες του Κοίνου, γιου του Πολεμοκράτους, και η φάλαγγα του Κρατερού, γιου του Αλεξάνδρου, μαζί με τη φάλαγγα του Περδίκκα, γιου του Ορόντου, τοποθετήθηκαν σε οκτώ σειρές, ενώ η φάλαγγα του Αμύντα παρατάχθηκε σε σχήμα τριγώνου, για να εμβολίζει ευκολότερα τις αμυντικές γραμμές των αντιπάλων.
Το θεσσαλικό ιππικό τοποθετήθηκε στην αριστερή πτέρυγα, δηλαδή στα άκρα του Παρμενίωνα· μαζί τους ήταν και άλλες δύο ίλες συμμάχων ιππέων, Παίονες και πιθανόν Ιλλυριοί.
Ο συμμαχικός στρατός και οι μισθοφόροι του Ονόμαρχου παρατάχθηκαν μετά την ανάπτυξη του ιππικού, που είχε πάρει θέση απέναντι ακριβώς από το θεσσαλικό ιππικό. Ο μεγαλύτερος όγκος των μισθοφόρων μαζί με τον Ονόμαρχο και τις δυνάμεις των Φωκέων έμειναν στο κέντρο της ανάπτυξης, ενώ στα δύο άκρα τοποθετήθηκαν οι τοξότες και οι ακοντιστές και λίγο πιο μπροστά δύο ακόμη τμήματα μισθοφόρων ιππέων. Τελικά, ο Ονόμαρχος άλλαξε θέση· μετακινήθηκε από το κέντρο προς τα αριστερά, ακριβώς απέναντι από τον Φίλιππο.

Η ήττα στη μάχη του Κρόκιου πεδίου το 352 π.Χ., η οποία πλήγωσε βαθιά τους Φωκείς, υπήρξε ίσως η φονικότερη της αρχαιότητας έως εκείνη την εποχή. Και ήταν τέτοια η έκτασή της, που θα μπορούσε εύκολα να συμπεριληφθεί ανάμεσα στις τρεις μεγαλύτερες μάχες της ελληνικής πολεμικής ιστορίας. Δυστυχώς, όμως, για ανεξήγητους λόγους δεν της δόθηκε η ερμηνεία που της αναλογούσε.
Μετά την επιβλητική νίκη ο Φίλιππος, ως ισόβιος άρχοντας, έγινε κυρίαρχος όλης της Θεσσαλίας, συμπεριλαμβανομένης και της Πυλαίας Αμφικτιονίας, δηλαδή των Θερμοπυλών, και ως βασιλιάς των Μακεδόνων και διαχειριστής του πατροπαράδοτου ομοσπονδιακού συστήματος επέτρεπε και στους Θεσσαλούς συμμάχους να απολαύσουν το είδος της αυτονομίας που απολάμβαναν αυτοί που συνέπρατταν μαζί του είτε πολιτικά είτε στρατιωτικά.

Η μάχη του Κρόκιου πεδίου μπορεί βέβαια να σήμαινε το τέλος των αγώνων για τους Θεσσαλούς, υπήρξε όμως ταυτόχρονα για τον Φίλιππο η απαρχή της επέμβασης στον Γ΄ Ιερό πόλεμο· έναν πόλεμο ο οποίος διήρκεσε μία δεκαετία (356-346 π.Χ.) και έμελλε να καταλήξει, όπως ο ίδιος επιδίωκε, στην ασφαλή εδραίωσή του στην κεντρική Ελλάδα».


8. ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑ ΤΟΥ ΦΙΛΙΠΠΟΥ ΣΤΗ ΝΟΤΙΑ ΕΛΛΑΔΑΚΑΙ ΤΗ ΘΡΑΚΗ
                       ΕΝΑΡΞΗ ΤΩΝ ΟΛΥΝΘΙΑΚΩΝ ΠΟΛΕΜΩΝ            σελίδα 76

(Παρεμπιπτόντως: Δεύτερη δεκαετία του 21ου αιώνα. Στα πλαίσια μιας κατευθυνόμενης παγκόσμιας οικονομικής κρίσης που γονάτισε την Ελλάδα, σε μια τέτοια κρίση, ό, τι σάπιο και διεφθαρμένο υπάρχει, βγαίνει στην επιφάνεια. Έτσι από τη μια έχουμε την όχι σταλμένη από θεό ή απρογραμμάτιστη στείρωση της μητέρας Ελλάδας και από την άλλη τις αειθαλείς κυβερνητικές δυνατότητες διαφόρων προπετασμάτων καπνών και αποπροσανατολισμών ενάντια στην ελληνική κοινή γνώμη, ιδιαίτερα σε εθνικά θέματα, ιστορίας και πολιτισμού. Αποτέλεσμα οι γείτονες αδράχνοντας την ευκαιρία διευρύνουν τις διαθέσεις τους και διεκδικούν «συμπληρώματα» σε βάρος της Χώρας μας.
Δεν έχουμε έναν Φίλιππο να αντιδράσει ενάντια στις αποφάσεις των Αθηνών και δημοσθενικών συνταγών, δυστυχώς, ή σε μια, εν πάση περιπτώση επανάληψη, όπου χάρη στις ελλείψεις ανδρών αναστημάτων τύπου Φιλίππου και πνευματικών αρχόντων της σοφίας τύπου Ισοκράτη, επικράτησαν. Έχουμε όμως κάτι άλλο που καμιά άλλη Χώρα δεν έχει, Ελληνισμό: Λόγιους, ποιητές, λογοτέχνες, θεατρολόγοι, τραγουδιστές, μουσικοί, ζωγράφοι, συνθέτες, ηθοποιοί και άλλοι των καλών τεχνών καθώς και νηπιαγωγοί, δάσκαλοι, καθηγητές, ακαδημαϊκοί, πανεπιστημιακοί, πρυτάνεις, επιστήμονες, δημοσιογράφοι, διευθυντές, διοικητές όλων των δημοσίων υπηρεσιών και οργανισμών, Δήμοι με τα Δ.Σ., συνδικάτα, τοπικά κινήματα, πολιτιστικές οργανώσεις, σύλλογοι, όλοι αυτοί και άλλοι…, και ο Λόγος, κάπου εκεί στις Πρέσπες, βαλσαμωμένος και τυλιγμένος με λευκά σάβανα, άφηνε μόνο τα βογγητά του… Άξιος της μοίρας του ο ελληνισμός! Τις δάφνες του, τη μία μετά την άλλη περιφρονεί και της πετά περιμένοντας τις επόμενες χιλιετίες να τις αναζητήσει σε καιρούς που θα επικρατεί σκοτάδι… Μέσα από αυτόν τον ορυμαγδό ο συγγραφέας με το πόνημά του, «ΦΙΛΙΠΠΟΣ Β΄ Ο ΜΕΓΙΣΤΟΣ ΗΓΕΜΩΝ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ» στέλνει ένα απλό μήνυμα: Α φ ύ π ν ι σ η…)

8. ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑ ΤΟΥ ΦΙΛΙΠΠΟΥ ΣΤΗ ΝΟΤΙΑ ΕΛΛΑΔΑΚΑΙ ΤΗ ΘΡΑΚΗ
  Σελίδες 76,79,80,81,92
«Οι περισσότεροι αναγνώστες της ιστορίας σίγουρα θα θυμούνται τις αφορμές και τις περιπέτειες του ονομαζόμενου Ιερού πολέμου. Οι Θηβαίοι, για να εκδικηθούν τους Φωκείς, οι οποίοι είχαν αποστατήσει από τη συμμαχία τους, πέτυχαν να ψηφιστεί απόφαση από το αμφικτιονικό συνέδριο, η οποία τους αφαιρούσε την περιοχή τους και την αφιέρωνε στον θεό των Δελφών. Αντιδρώντας ληστρικά σε όλα αυτά, οι Φωκείς αποφάσισαν να αρπάξουν τα ιερά χρήματα του μαντείου και για τον σκοπό αυτό άσκησαν ωμή βία στην Πυθία, βεβήλωσαν τον ναό και απέσπασαν χρήματα και αναθήματα, προκειμένου να συγκροτήσουν μισθοφορικό στρατό, που στην πλειονότητά του αποτελούνταν από κακούργους της «ελεύθερης αγοράς». «Ενώ ένα μεγάλο μέρος των αποθεμάτων του ελληνικού έθνους σπατάλησαν σε ερωτικά όργια και σε διάφορες ασωτίες», όπως χαρακτηριστικά γράφει στο μνημειώδες έργο του Ιστορία του Ελληνικού Έθνους (σελ. 60) ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος. Αλλά το συγκλονιστικότερο από όλα αυτά ήταν ότι σε αυτές τις φοβερές εκτροπές συμμετείχαν τόσο οι «σοφοί Αθηναίοι» όσο και οι «πειθαρχημένοι Σπαρτιάτες», καθώς και άλλοι Πελοποννήσιοι.
Κατά συνέπεια, λόγω της επιπολαιότητας και της απερισκεψίας των νοτίων ο Φίλιππος ήταν αδύνατον να αφήσει να χαθεί μέσα στους ολέθριους σπαραγμούς η χώρα που ο ίδιος με ιδιαίτερη υπερηφάνεια διατράνωνε ότι υπήρξε χώρα καταγωγής των προγόνων του, η χώρα που οι κάτοικοί της μιλούσαν την ίδια γλώσσα και τον πολιτισμό της, ο ίδιος θαύμαζε πάντοτε. Επομένως, η ανάμειξή του στον Γ΄ ιερό πόλεμο ήταν για τον Μακεδόνα βασιλιά όχι μόνο επιτακτική ανάγκη αλλά και ηθική υποχρέωση. Και αν αργότερα η Ελλάδα παραδόθηκε εξολοκλήρου στην ηγεμονία του Φιλίππου, βασικός υπαίτιος δεν ήταν ο ίδιος, αλλά οι Έλληνες της νότιας κυρίως Ελλάδας, στην οποία προεξέχουσα θέση είχαν οι Αθηναίοι με επικεφαλής τον αντιμακεδόνα Δημοσθένη.
Όταν ο Φίλιππος επέστρεψε στη Μακεδονία μετά τον θεσσαλικό θρίαμβο εναντίον της δυναστείας των διαδόχων του Αλεξάνδρου Λυκόφρονος και των Φωκέων συμμάχων τους, ως αρχιστράτηγος όλων των θεσσαλικών δυνάμεων, και με την ιδιότητα αυτή ταυτόχρονα έλεγχε μια γεωγραφική περιοχή που ξεκινούσε από τις δυτικές όχθες του ποταμού Στρυμόνα και εκτεινόταν έως τις θεσσαλικές Θερμοπύλες (περιοχή της σημερινής Φθιώτιδας), δεν θα μπορούσε κανείς να φανταστεί ότι οι Αθηναίοι μετά την εκδίωξή τους από τα παράλια της Μακεδονίας και την κατάληψη των Παγασών από τον Φίλιππο, θα έμεναν άπρακτοι. Και έτσι έγινε. Για να κάνουν πράξη την επιθυμία τους, ξεκίνησαν επαφές με τους Φωκείς, τους Σπαρτιάτες και άλλους επίδοξους εθελοντές, με κύριο σκοπό τη συγκρότηση στρατιωτικής δύναμης ικανής να αποτρέψει την κάθοδο του Φιλίππου στους Δελφούς. Η πρόταση των Αθηναίων προς τους Φωκείς ήταν δώρο αναπάντεχο για αυτούς, όχι τόσο επειδή συνεπαγόταν τις μισές δαπάνες για τους εξοπλισμούς και τα έξοδα του εγχειρήματος, αλλά κυρίως επειδή αυτή τη φορά θα είχαν στη διάθεσή τους –χωρίς την προηγούμενη οκνηρία των Αθηναίων– όλο σχεδόν τον στόλο τους.
Συμμαχία όμως εναντίον των Φωκέων σχημάτισαν οι Θεσσαλοί, οι Βοιωτοί και άλλες πόλεις της κεντρικής Ελλάδας, στην οποία –εκ των πραγμάτων– συμμετείχε και ο Μακεδόνας βασιλιάς ως ισόβιος αρχιστράτηγος του κοινού των Θεσσαλών. Στην προκειμένη περίπτωση τα θεσσαλικά συμφέροντα ταυτίζονταν απόλυτα με τα οράματα του Φιλίππου, που σχεδίαζε διαρκώς την πολιτική ένωση και την ειρηνική συνύπαρξη των ελληνικών πόλεων κάτω από έναν κοινό σκοπό· την εξουδετέρωση των προαιώνιων εχθρών των Ελλήνων, των Ασιατών βαρβάρων επιδρομέων. Επιπλέον, θα παρουσιαζόταν ως αμείλικτος τιμωρός των ιερόσυλων υβριστών του ιερού των Δελφών.
Μετά τη ρύθμιση των αναγκαίων υποθέσεων στη Μακεδονία και τη Θεσσαλία, ο Φίλιππος, αφού προηγουμένως συγκρότησε αξιόμαχη στρατιωτική δύναμη αποτελούμενη κυρίως από Μακεδόνες οπλίτες και Θεσσαλούς, αποφάσισε την άνοιξη του 352 π.Χ. να εκστρατεύσει εναντίον των Φωκέων, οι οποίοι εξακολουθώντας ακατάπαυστα την αφαίμαξη του θησαυροφυλακίου των Δελφών, κατάφεραν ξανά να οργανώσουν ισχυρή αποτρεπτική δύναμη μισθοφόρων και να συνεχίσουν τον ανόσιο πόλεμο με τις γύρω πολιτείες, τους Θηβαίους και τους Λοκρούς.
Για να φτάσει όμως ένας οργανωμένος στρατός από τη Θεσσαλία στη Φωκίδα, ήταν απαραίτητο να διαβεί το πιο σοβαρό ενδιάμεσο γεωγραφικό εμπόδιο, όπως μπορεί να χαρακτηριστεί μορφολογικά η στενή λωρίδα των Θερμοπυλών. Ένα αρκετά δύσκολο εμπόδιο, καθώς από τη μία πλευρά υψωνόταν ο απόκρημνος όγκος του όρους Καλλίδρομο και από την άλλη, στις ακτές του Μαλιακού κόλπου, υπήρχαν μύρια έλη που καθιστούσαν τη διάβαση απαγορευτική. Αυτή λοιπόν η απόρθητη δαντελωτή λωρίδα των Θερμοπυλών, που το μήκος της δεν ξεπερνούσε τα 1.500 μέτρα περίπου, κατάφερε στην περσική στρατιά το 480 π.Χ. ένα από τα φονικότερα πλήγματα στην ιστορία των πολέμων, όταν οι ελάχιστοι εναπομείναντες υπερασπιστές της αποδεκάτισαν 100.000 και πλέον επίλεκτους πολεμιστές του μεγάλου βασιλιά της Περσικής αυτοκρατορίας Ξέρξη και των πεντακοσίων εθνών της Ασίας.
Το κορυφαίο αυτό γεγονός, που διαμέσου των ιστορικών αφηγήσεων υμνήθηκε από τους χρονογράφους της αιωνιότητας και θεωρήθηκε μέγιστο σημείο αναφοράς, ήταν αδύνατο να μην είχε απασχολήσει σοβαρά τον Μακεδόνα βασιλιά.
Όταν ο Φίλιππος πλησίασε τις Θερμοπύλες και στρατοπέδευσε στην πεδιάδα με τα έλη, αντιλήφθηκε ότι το πέρασμα της στενής λωρίδας είχε ήδη καταληφθεί από τους Φωκείς και τους συμμάχους τους. Εκτενέστερη όμως πληροφόρηση πάνω στο θέμα αυτό πήρε από τους ανιχνευτές, οι οποίοι είχαν σταλεί προηγουμένως για να καταγράψουν την αμυντική διάταξη των αντιπάλων.

Ο Φίλιππος, αφού άκουσε με πολλή προσοχή την αναφορά των ανιχνευτών και συμπέρανε ότι οι αντίπαλοί του πρόλαβαν να οχυρωθούν σε όλα τα στρατηγικά σημεία των Θερμοπυλών, αξιοποίησε τα γονιδιακά του προσόντα, δηλαδή τη διπλωματική του οξύνοια και τη στρατηγική του επιδεξιότητα. Στη συνέχεια, αφού εξάντλησε όλες τις σχετικές παραμέτρους αναλύοντάς τις, αναπήδησε στο άλογό του και παρήγγειλε στους επικεφαλής των σωμάτων την τακτική υποχώρηση των μακεδονικών δυνάμεων από τις Θερμοπύλες. Όσο συνεχιζόταν η αποχώρηση των Μακεδόνων, κατέφθανε εκ των υστέρων στην ανατολική πλευρά η αποστολή των Σπαρτιατών.

Η επιστροφή του Φιλίππου στη Μακεδονία μετά την υποχώρηση από τις Θερμοπύλες χαροποίησε πρόσκαιρα τους συμμάχους Αθηναίους, Φωκείς και Σπαρτιάτες. Στη συνέχεια, όμως, οι Αθηναίοι και οι Σπαρτιάτες κατηγορήθηκαν από τους περισσότερους Έλληνες της κυρίως Ελλάδας ως προστάτες των ιερόσυλων Φωκέων και ως εχθροί του θεού των Δελφών. Και όπως ήταν φυσικό, ο Φίλιππος δεν περιορίστηκε σε αυτά. Ενόσω ο ανόσιος Φωκικός πόλεμος συνεχιζόταν απομυζώντας τα υπολείμματα των υλικών δυνάμεων του έθνους και προσβάλλοντας τις ιερότερες πεποιθήσεις του, και ενώ οι Σπαρτιάτες σκορπούσαν άσκοπα τον καιρό τους και τους πόρους που τους είχαν απομείνει σε ασήμαντους πολέμους εναντίον των Μεσσηνίων και των Αρκάδων, ο Φίλιππος όλο και περισσότερο αύξανε και τελειοποιούσε τη στρατιωτική του δύναμη. Ακόμα και ο αντιμακεδόνας Δημοσθένης στον Α΄ Φιλιππικό λόγο διακήρυξε με παρρησία ότι η Αθήνα ποτέ δεν θα έβρισκε την κατάλληλη ευκαιρία να οργανώσει αξιόμαχο πεζικό στρατό, ικανό να αντισταθεί στον Φίλιππο.

Τα στοιχεία που έκαναν γνωστά έκτοτε οι χρονογράφοι του αθηνοκεντρικού τόξου περί μαζικού εξανδραποδισμού, γενοκτονιών, υποδούλωσης κατοίκων και καταστροφών πόλεων από τον Φίλιππο είναι βέβαια λυπηρά. Ωστόσο, οι ελάχιστοι αυτοί χρονογράφοι –κυρίως οι θαυμαστές του Δημοσθένη–, δεν θα έπρεπε να λησμονούν ότι οι Αθηναίοι και οι Σπαρτιάτες στη διάρκεια του Πελοποννησιακού πολέμου είχαν επιδείξει πολύ χειρότερη συμπεριφορά σφάζοντας εφήβους Πλαταιείς, Αιγινήτες, Μηλίους, Σκιωναίους και άλλους, ενώ κανείς από τους χρονογράφους δεν απέδωσε τέτοιου είδους σφαγές στον Μακεδόνα βασιλιά. Μια μερίδα μεταγενέστερων χρονογράφων, όμως, αγνόησε το πιο σημαντικό, ότι δηλαδή ο Δημοσθένης και οι άνθρωποί του, προκειμένου να συνάψουν κοινή ελληνική συμμαχία κατά του Φιλίππου, όχι μόνο έστειλαν αντιπροσώπους στην Πελοπόννησο, αλλά το απεχθέστερο είναι ότι απευθύνθηκαν για συνδρομή στους προαιώνιους βαρβάρους εχθρούς των Ελλήνων, τους Πέρσες, με τα γνωστά οικτρά αποτελέσματα».

*   *   *   *   *     *      *
Αγαπητοί φίλοι Μαυρομματιανοί, απόγονοι δραγάτες των Ιστορικών αποθεμάτων του Αρχιστράτηγου Γεωργίου Καραϊσκάκη. Φίλες και φίλοι, κυρίες και κύριοι, συνδιοργανωτές αυτής της ιστορικής εκδήλωσης. Με ελάχιστα κορφολογήματα της περιόδου του Φιλίππου, φτάνοντας προς το τέλος…, τέλος στην έρευνα με αναφορά την ελληνική ιστορία δεν υπάρχει…, αυτής της σπάνιας στο είδος της αφιέρωσης, το βιβλίο, «ΦΙΛΙΠΠΟΣ Β΄, Ο Μέγιστος ηγεμών των Ελλήνων», ρίχνει φως σε πολλά σκοτεινά σημεία της ιστορίας μας. Μιας ιστορίας ικανής να κρατά τον ελληνισμό σε μόνιμη διάσταση και διχασμένο, με προδότες και πατριώτες, σε μια αειθαλή μιζέρια, κατάντια και διχασμό, όπως μέσα από διάφορες γραφίδες τον γνωρίσαμε από την π.Χ. περίοδο μέχρι στην άλλη του 1821. Στην πιο νεότερη περίοδο του Μεσοπολέμου-Βαλκανικοί Πόλεμοι, Μικρασιατική καταστροφή, Αυτοκρατορία των Ναζί (Β` Παγκόσμιος Πόλεμος), συμπεριλαμβανόμενου και του Εμφύλιου σπαραγμού της Ελλάδας, 1945-1949. Τις διαδοχικές ξενοκίνητες κυβερνήσεις των δεκαετιών 1950-1960, τη Χούντα, την πτώση της και το ξεκίνημα μιας νέας περιόδου που φτάνει στις μέρες μας.
Μέσα από ατέρμονες διακυμάνσεις, ίντριγκες, δολοφονίες, προβοκάτσιες, προδοσίες, πολέμους, με περίσσια τέχνη στον τρόπο σκέψης, γραφής και δομής, εκστράτευσε η προσεγμένη ιστορική έρευνα ξεδιπλώνοντας με κάθε λεπτομέρεια και παραστατικότητα άγνωστες πτυχές της ιστορίας μας.
Σε όλες αυτές τις εκφάνσεις της ιστορίας δυο πράγματα διακρίνονται: Η ενότητα των ελλήνων που κανείς δεν μπορεί να υποτάξει και η διχόνοια που διαλύει και σκορπά λαούς και έθνη. Ανεπιφύλακτα αναφέρω ότι το βιβλίο του Παύλου Καρακιόλη είναι ρηξικέλευθο όσο και πηγαίο.
. . .
Σαν επίλογος επιλέχτηκαν απόσπασμα από τις υπόλοιπες σελίδες του βιβλίου.  Σελίδα 101-102
«Έπειτα από δέκα περίπου αιώνες κατοχικής εναλλαγής, το 1913 η Μακεδονία, μαζί με την περιοχή της Σιντικής, ελευθερώθηκε. Αμέσως μετά ολόκληρος ο βορειοελλαδικός χώρος μεταβλήθηκε σε ένα απέραντο εργοτάξιο αναζήτησης αρχαιολογικών ευρημάτων, είτε από τις αρμόδιες εφορείες είτε από τις καταδρομικές επισκέψεις διαφόρων αρχαιοκαπήλων, που τις περισσότερες φορές έπαιρναν από τους χωρικούς –έναντι πινακίου φακής– τον αδήλωτο αρχαιολογικό θησαυρό που κατείχαν. Στη συνέχεια, όμως, οι έρευνες σταμάτησαν λόγω των πολέμων, για να αρχίσουν και πάλι μετά τη λήξη των εχθροπραξιών που επικύρωσε η συνθήκη της Λωζάνης το 1923.
Όλη σχεδόν η περιοχή στο μεγαλύτερο μέρος της σύγχρονης ιστορίας της παρουσίασε αρκετά αρχαιολογικά ευρήματα, με σημαντικότερη την αναθηματική στήλη που αναφέρει στα ελληνικά τα ονόματα του ρωμαϊκού ζεύγους του Τυρέντιου και της Κλαυδίας, οι οποίοι φέρονται ως χορηγοί των αρχαίων ναών του Απόλλωνα και της Αρτέμιδος. Η στήλη βρέθηκε στη θέση Τοπ-Μπαΐρ (ύψωμα Σωτήρος) στο Σιδηρόκαστρο και αφού έμεινε πολύ καιρό στον υπόγειο χώρο του Γυμνασίου Αρρένων Σερρών, στη συνέχεια μεταφέρθηκε στο Αρχαιολογικό Μουσείο της πόλης. Στη δεκαετία του ’60, στα όρια του γεωγραφικού εύρους που περιλαμβάνει ο οικισμός του σημερινού χωριού Βαμβακόφυτο, και κατά τη διάρκεια εκτέλεσης εργασιών για την ανέγερση σχολικού συγκροτήματος, οι εργαζόμενοι ανακάλυψαν τυχαία έναν κιβωτιόσχημο μαρμάρινο μακεδονικό τάφο, ο οποίος χρονολογείται από το 330-300 π.Χ. περίπου».
. . .
  (Η προδοσία στην Ελλάδα ή το γονίδιο της προδοσίας ενεργοποιείτε πάντα σε κρίσιμες στιγμές. Άκαρπες οι ειρηνικές προσπάθειες του Φιλίππου με τους Αθηναίους χάρη στο ρήτορα Δημοσθένη). Σελίδα 115
  «Οι πρέσβεις των δύο αντιπροσωπειών αναχώρησαν για την Αθήνα προκειμένου η συμφωνία να ψηφιστεί από τα δύο θεσμικά όργανα, τη Βουλή των Πεντακοσίων και την Εκκλησία του Δήμου. Ορισμένα στοιχεία, όμως, της συμφωνίας διέρρευσαν πριν από τη συνεδρίαση των οργάνων, με αποτέλεσμα να προκληθούν σκληρές αντιπαραθέσεις και να εκτοξευτούν βαρείς χαρακτηρισμοί που μιλούσαν για «δόλιες υποσχέσεις του Φιλίππου». Ακούστηκαν κατηγορίες ακόμα και για προδοσία των συμπρέσβεων. Όλα όσα διαδραματίστηκαν τότε στην Αθήνα απέδειξαν ότι οι ισχυρισμοί που επαναλάμβαναν τόσο οι άνθρωποι του Δημοσθένη όσο και ο ίδιος ήταν υπερβολικοί.
. . .
127  Παρά την έκδηλη δυσαρέσκεια των Σπαρτιατών προς τον βασιλιά για την πολύ σκληρή τιμωρία των Φωκέων, και παρά την ευμετάβλητη, αλλά και αλλοπρόσαλλη συμπεριφορά των Αθηναίων, ο Φίλιππος σε γενικές γραμμές τακτοποίησε μέρος των θεμάτων που αφορούσαν τη σταθερότητα στις αμφικτιονικές πόλεις.
Το 343 π.Χ. ο Φίλιππος, μετά τη λήξη της αρχιστρατηγίας κατά των Φωκέων, ανταποκρίθηκε σε πρόσκληση των Θεσσαλών, προκειμένου να παρευρεθεί στην ειδική συνεδρίαση του κοινού της χώρας, που θα τον ανακήρυσσε διά βίου άρχοντα.
129-130 Η παρουσία του Φιλίππου στα εσωτερικά πράγματα της Θεσσαλίας δεν συνδεόταν με μια θέση κληρονομικής απόλυτης μοναρχίας, όπως στη Μακεδονία. Το ίδιο ακριβώς ισχύει και για τη θέση του διά βίου άρχοντος, γι’ αυτό και οι εξαιρετικά κρίσιμες αποφάσεις που λάμβαναν και αφορούσαν την κήρυξη πολέμων ή την υπογραφή συνθήκης ειρήνης ανήκαν όλες στην αποκλειστική δικαιοδοσία της εκκλησίας του κοινού των Θεσσαλών. Πάνω σε αυτό το λεπτό θέμα ο βασιλιάς Φίλιππος δεν εκδήλωσε καμία πρόθεση ανάμειξης στους θεσμούς και στη λειτουργία του πολιτεύματος. Το θέμα αυτό σχετίζεται με τη βασική αρχή στην οποία στηριζόταν η λειτουργία της ομοσπονδιακής ένωσης των μακεδονικών επαρχιών, που αργότερα διευρύνθηκε με τη συμμετοχή όλων των ελληνικών πόλεων –πλην Λακεδαιμονίων– στη μεγάλη κοινή εκστρατεία κατά των Περσών. Την ουσιώδη αυτή ιστορική λεπτομέρεια στο πέρασμα των χρόνων κανείς δεν διανοήθηκε πως θα μπορούσε να την αμφισβητήσει, αφού, όπως αναφέρει στο έργο του Αλεξάνδρου Ανάβασις ο Αρριανός, στις τρεις μεγάλες και νικηφόρες μάχες κατά των βαρβάρων της Ασίας, ο Αλέξανδρος αντιμετώπισε τουλάχιστον 25.000 Έλληνες μισθοφόρους στο πλευρό του Δαρείου Γ΄.
Στο σημείο αυτό είναι αναγκαία η υπενθύμιση –ακόμη και αν αυτή προκαλέσει τη δυσαρέσκεια ορισμένων ιστορικών που τον τελευταίο καιρό διανύουν λαμπρή περίοδο δημοφιλίας– ότι στον Γρανικό οι Έλληνες βρέθηκαν αντιμέτωποι «με Λακεδαιμονίους» που πολεμούσαν στο πλευρό των Περσών κατά των Ελλήνων.
Στη νότια Ελλάδα, οι Σπαρτιάτες ακόμα δεν είχαν ξεπεράσει την απογοήτευση που ένιωσαν από την καταστροφή που είχε προκαλέσει ο Φίλιππος στους συμμάχους τους Φωκείς. Οι Θηβαίοι –ανερυθρίαστα– άρχισαν σιγά σιγά να συνδέονται όλο και περισσότερο με τους Πέρσες και οι Αθηναίοι κρατούσαν με πολύ μεγάλη δυσκολία την πρόσφατη συνθήκη ειρήνης με τον Φίλιππο.

136 Οι άμεσες επιτυχίες του βασιλιά της Μακεδονίας ανάγκασαν τον Κοθήλα, ηγεμόνα των Γετών, καθώς και τους ηγέτες διαφόρων ελληνικών πόλεων του Πόντου να προχωρήσουν αμέσως στην υπογραφή συμφώνου φιλίας με αυτόν. Ο θόρυβος που προκάλεσε αυτή η τάση, αλλά και η αλυσιδωτή ανταπόκριση των πόλεων, είχαν αποτέλεσμα την έντονη ανησυχία του Βυζαντίου, μια ανησυχία που δυσχέραινε ακόμη περισσότερο τις αμοιβαίες σχέσεις που διατηρούσαν με τους Μακεδόνες.

 138 Ενισχυμένος από την απροσδόκητη απόφαση, ο Δημοσθένης άδραξε την ευκαιρία να αναπτύξει τον Γ΄ Φιλιππικό λόγο, τον οποίο και ανάλωσε γύρω από το πολιτικό του σχέδιο, ένα σχέδιο που εξωθούσε την Αθήνα σε πολεμική αναμέτρηση παρά τη θέληση των συμμάχων. Και δεν αρκέστηκε μόνο σε αυτά, αφού ο ίδιος, λησμονώντας τα ωραία λόγια γύρω από την ελευθερία των Ελλήνων και την κοινή αντιμετώπιση των προαιώνιων βαρβάρων εχθρών, ανερυθρίαστα τώρα έστειλε πρέσβεις στον μεγάλο βασιλιά, για να ζητήσουν τη συμμαχία του κατά του Φιλίππου.
Ο Αρταξέρξης, όμως, δεν είχε λησμονήσει την άρνηση των Αθηναίων να βοηθήσουν τη χώρα του εναντίον της Αιγύπτου, γι’ αυτό και απέρριψε κατηγορηματικά το αίτημά τους.
Μετά την προσβλητική άρνηση του Πέρση βασιλιά να συμμαχήσει μαζί της, η Αθήνα αποφάσισε να αναλάβει δράση στην Εύβοια κατά των συμμάχων του Φιλίππου
139 Οι αντιπρόσωποι του Δήμου, εθισμένοι στη δημαγωγική ρητορική δεινότητα του λόγου του Δημοσθένη, δεν δίσταζαν να επιτίθενται εναντίον φιλειρηνικών ανδρών του Φιλίππου με βαρείς χαρακτηρισμούς, λοιδορώντας τους δημοσίως ως προδότες. Καθημερινά, τα δικαστήρια δίκαζαν για εσχάτη προδοσία αθώους πολίτες με πλαστά έγγραφα, και η μόνη κατηγορία που τους βάραινε ήταν η συμμετοχή τους στη μακεδονική οργάνωση του Αισχίνη».
. . .
Κεφάλαιο 25 σελίδων στην 12η  ενότητα, «Ο ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΝΙΚΗΤΗΣ ΣΤΗ ΧΑΙΡΩΝΕΙΑ», ο συγγραφέας παρουσιάζει την λεπτομερή και καθοριστική έκβαση του πολέμου και τη νίκη του Φιλίππου στη Χαιρώνεια. Η επιλογή ενός αποσπάσματος της 12ης ενότητας δείχνει τις προσπάθειες των Μακεδόνων με τους Θηβαίους:
«145-46 Οι Θηβαίοι ιθύνοντες είχαν χωριστεί σε δύο ομάδες και οι διχογνωμίες συντάραζαν συνεχώς την καθημερινότητα της πόλης. Από τη μία οι φιλιππίζοντες θύμιζαν διαρκώς στους διοικούντες τις κακές σχέσεις που είχαν καλλιεργηθεί επί δύο γενεές ανθρώπων ανάμεσα στους Αθηναίους και στους Θηβαίους και ζητούσαν συνεχώς τη διάρρηξη των δεσμών με την Αθήνα, ιδίως μετά την πολεμική έκρηξη μεταξύ της πόλης αυτής και των Μακεδόνων. Από την άλλη, οι δημοσθενικοί της Θήβας θύμιζαν και αυτοί με τη σειρά τους τις θολές σχέσεις που προκάλεσε η απροσδόκητη κατάληψη της Νίκαιας των Θερμοπυλών από τον μακεδονικό στρατό. Ο βασιλιάς Φίλιππος ήλπιζε ότι στο τέλος οι Θηβαίοι θα συμμαχούσαν μαζί του, καθώς είχε αποκτήσει ισχυρά ερείσματα σε αξιόλογη μερίδα επιφανών ανδρών της πόλης και, επιπλέον, κατά το παρελθόν είχε εξουδετερώσει τους Φωκείς, επιτρέποντας στους Θηβαίους να θέσουν ευκολότερα υπό την κατοχή τους τον Ορχομενό και την Κορώνεια».
. . . . . . .
Κλείνοντας αυτή την εκπληκτική περιήγηση της έρευνας στις ιστορικές σελίδες του βιβλίου, συνάντησα γνωστά πρόσωπα και πράγματα, άλλα αρκετά υπερεκτιμημένα και μερικά αρνητικά υποτιμημένα έτσι που η συμπαγή ενότητα των Ελλήνων να αιωρείται και να μετεωρίζεται στην άρνηση, στην υποτέλεια-υποταγή, στο διχασμό. Τέλος δε θα μπορούσα να μην αναφερθώ στο κάλεσμα που κάνουν οι συνδιοργανωτές για τη σημερινή ημέρα…
«Στην τελευταία θεματική ενότητα του έργου γίνεται συνοπτική αναφορά στα αρχαιολογικά ευρήματα της Αμφίπολης όπου πρόσφατα οι σκαπανείς έφεραν στην επιφάνεια από τον τύμβο του λόφου Καστά. Αναλύοντας προσεκτικά την εξέλιξη της έρευνας και συσχετίζοντας τα ιστορικά γεγονότα για τη συναγωγή αντικειμενικών συμπερασμάτων, προκύπτει άμεσα η επαναδιατύπωση του ερωτήματος που διαχρονικά απασχολεί την εγχώρια και διεθνή επιστημονική κοινότητα σχετικά με την τύχη της σορού του Μ. Αλεξάνδρου».
Αγαπητοί, φίλες και φίλοι, τα υπόλοιπα της Έρευνας θα τα βρείτε στις σελίδες του Βιβλίου. Ευχαριστώ θερμά για την προσοχή σας.
«Ε.Ε.» Ελλάς–Θεσσαλία 30 τ’ Απρίλη του 2019   www.fasoulas.de  pelasgos@fasoulas.de


***

Δεν υπάρχουν σχόλια: