Δευτέρα 5 Μαρτίου 2012

Του λείπανε λέξεις

Ο επαναστάτης ποιητής που αγόραζε λέξεις
 
 
images 10
στη μνήμη του Θεόδωρου Αγγελόπουλου
 
"Ήταν ένας ποιητής κάποτε, 
τον περασμένο αιώνα, 
ποιητής σπουδαίος
Έλληνας ήταν
αλλά μεγάλωσε και ζούσε στην Ιταλία
Μια μέρα λοιπόν έμαθε, ότι οι Έλληνες που ζούσαν σκλαβωμένοι στους Οθωμανούς τότε

Πήραν τα όπλα
Να πολεμήσουν
Ξύπνησε τότε μέσα του
Η ξεχασμένη πατρίδα
Τα παιδικά του χρόνια στο νησί
Η μορφή της μάνας του 
Που ζούσε ακόμα εκεί
Δεν μπορούσε να ησυχάσει
Περπάταγε και παραμιλούσε
Κάθε νύχτα έβλεπε στον ύπνο του τη μάνα του
Νύφη ντυμένη στ' άσπρα
Να τον καλεί
.
την άλλη μέρα, μ' ένα καράβι από τη Βενετία
Γύρισε στην Ελλάδα
Στη Ζάκυνθο
Στο νησί του
Ξαναβρήκε τα πρόσωπα 
Τα χρώματα, τις μυρουδιές
Το πατρικό του
Αλλά δεν ήξερε τη γλώσσα
Ήθελε να τραγουδήσει την επανάσταση
Αλλά δεν ήξερε τη γλώσσα της μάνας του
Άρχισε τότε να τριγυρίζει στις γειτονιές, στα χωράφια, στα ψαροχώρια
Καταγράφοντας τις λέξεις που άκουγε
Και πληρώνοντας κάθε λέξη που δεν ήξερε
Η φήμη έτρεξε παντού: «Ο ποιητής αγοράζει λέξεις» 
Από τότε, όπου πήγαινε
Μαζεύονταν φτωχοί απ' όλο το νησί
Μεγάλοι και παιδιά
Πολιορκώντας τον για να του πουλήσουν λέξεις
.
΄Αβυσσο 
Μοσκοβολισμένη
Δροσιά
Πηγή
Αηδόνια
Ουρανός
Κύμα
Λίμνη
Άγνωρον
Ευωδίζει
Αλαφρωίσκιωτο
.
Αλαφρωίσκιωτε καλέ, πες μου απόψε τι είδες; 
Νύχτα γεμάτη θάματα
Νύχτα σπαρμένη μάγια
.
Έτσι έγραψε τον ύμνο στην Ελευθερία 
Βέβαια έγραψε κι άλλα ποιήματα
Κι ένα μεγάλο ατέλειωτο ποίημα 
Που το ονόμασε «Ελεύθεροι Πολιορκημένοι» 
Όλη την υπόλοιπη ζωή του
Προσπαθούσε να το τελειώσει
Αλλά δεν πρόλαβε
Του λείπανε λέξεις."
 
Ο μονόλογος του Αλέξανδρου για τον Διονύσιο Σολωμό
Από το «Αιωνιότητα και μια μέρα» του Θεόδωρου Αγγελόπουλου
 
 
 



Το ωραιότερο και πλέον δύσκολο πλάνο σεκάνς διάρκειας 4' 29'' της βραβευμένης με Χρυσό Φοίνικα στις Κάννες (1998) ταινίας του Θόδωρου Αγγελόπουλου ''Μια αιωνιότητα και μια μέρα'' (δ/ση φωτογραφίας Αντρέας Σινάνος). Μέσα σε ένα και μόνο πλάνο, ο μεσήλικας πρωταγωνιστής της ταινίας αφηγείται στο παιδάκι συμπρωταγωνιστή του, έναν λαϊκό θρύλο για το Διονύσιο Σολωμό στη Ζάκυνθο: επειδή ο Σολωμός δεν ήξερε καλά ελληνικά, συνήθιζε να ''αγοράζει'' λέξεις, πληρώνοντας τους Έλληνες για κάθε νέα λέξη που του έλεγαν.
Η κάμερα με τηλεφακό ανεβασμένη σε γερανό και ράγες μηχανισμού τράβελιν, ξεκινάει ένα ζουμ προς τα πίσω, καδράροντας την υποτιθέμενη θάλασσα και τους ψαράδες της Ζακύνθου από την πολεμίστρα ενός ερειπωμένου κάστρου την εποχή της Ελληνικής επανάστασης.
Όταν το ζουμ ολοκληρώνεται, η κάμερα ξεκινάει μια κίνηση προς τα πίσω, ώστε να καδράρει τον ποιητή ο οποίος κοιτάει την θάλασσα και στοχάζεται. Στη συνέχεια, σηκώνεται από τη θέση του και περπατάει.
Η κίνηση της κάμερας προς τα πίσω συνεχίζεται (φημολογείται ότι δεκάδες βοηθοί μάζευαν τις ράγες με τρομερή ταχύτητα, ενώ η κάμερα προχωρούσε ασταμάτητα προς τα πίσω αποκαλύπτοντας το χώρο μπροστά της). Ο ποιητής προχωρά ως τη μέση του χώρου που αναπαριστά την υπόδουλη διαλυμένη Ελλάδα, όπου συναντά μια χωρική που του πουλάει λέξεις για τα ποιήματα του.
Η κίνηση της κάμερας προς τα πίσω συνεχίζεται. Ο ποιητής παραμένει καθισμένος σημειώνοντας τις νέες λέξεις, ενώ ο πρωταγωνιστής της ταινίας, που αφηγείται την ιστορία, και ο μικρός του φίλος μπαίνουν μέσα στο κάδρο, ενώνοντας νοηματικά το παρελθόν με το παρόν, τη δεκαετία του 1990.

(Από το βιβλίο του Γιάννη Σκοπετέα ''Η βιντεοκάμερα και η οπτικοακουστική καταγραφη'')

The finest and most difficult sequence shot lasting 4 '29'' winner of the Palme d'Or at Cannes (1998) film by Theo Angelopoulos ''Eternity and a Day'' (director of photography Andreas Sinanos). Within a single shot, the middle-aged protagonist of the film tells the kid co-star, a folk legend about Zakynthos Dionysios Solomos: Because Solomos didn't know Greek well, used to ''buy'' words, paying Greeks for each new word they said.
The camera with a telephoto lens to elevated crane rails and mechanism travelin, begins a zoom backwards framing alleged sea and the fishermen of the island by a ruined castle battlement at the time of the Greek revolution.
When the zoom is completed, the camera begins a move back to frame the poet who looks the sea and meditates. Then, getting up from his seat and walking.
The movement of the camera goes backwards (rumor has it that dozens of assistants gathered the berries with tremendous speed while the camera went back ceaselessly revealing the space in front of it). The poet goes to the middle of the space represents the dissolved enslaved Greece, where he meets a spatial set of words to sell his poems.
The movement of the camera back continues. The poet sat still recording new words, while the protagonist of the film, which tells the story, and a little friend come into the frame, conceptually unifying the past and present, in the 1990's.

(From the book of John Skopeteas''The camera and audio-visual recording'')

Υγ. Ήθελα να κρατήσω ένα στίγμα, τουλάχιστον, εφόσον ήμουνα "εκτός".

Δεν υπάρχουν σχόλια: