12.5.2012 | 14:36
Μένης Κουμανταρέας: «Σήμερα οι άνθρωποι θυσιάζονται τζάμπα»
Μια φορά αγαπούν οι
ευαίσθητοι κι η ελευθερία έχει κόστος. Το σύγχρονο θυσιαστήριο στερείται
ιδανικού και το αντίδοτο στο δηλητήριο δεν «εφαρμόζει» συλλογικά. Αυτός
ο κόσμος που υπάρχει πάντα κι οι έκπτωτοι αυτού του κόσμου. Ο
συγγραφέας Μένης Κουμανταρέας συμπληρώνει πενήντα χρόνια στη λογοτεχνία
και μιλά στο lifo.gr. «Στ' αυτιά του διατηρεί ακόμη το λυγμό της
λινοτυπικής, στα μάτια του έχει τα γκρίζα πρόσωπα των τυπογράφων. Μια
εποχή έφυγε. Μια άλλη ανατέλλει».
Ανάμεσα στις ερωτήσεις παρατίθενται αποσπάσματα από τα
βιβλία του «Το αρμένισμα» (1967), «Η κυρία Κούλα» (1978), «Η φανέλα με
το εννιά» (1986), «Δυο φορές Έλληνας» (2001) και «Οι αλεπούδες του
Γκόσπορτ» (2011), τα οποία κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Κέδρος.
_______________
«Τώρα είμαι άδειος, χωρίς προσχήματα. Στερήθηκα την
τελευταία σπιθαμή απ' όπου μπορούσα ν' αγωνίζομαι. Τι μάταιος αγώνας να
περισώσω τα λεηλατημένα! Το κακό είναι πως δεν είμαι πάστα ανθρώπου
μαθημένου ν' αδιαφορεί. Το παραμικρό γύρισμα, η πιο μικρή αναποδιά με
ρίχνουν κάτω. Ζω με χάπια, ενέσεις, εφήμερους έρωτες. Ο χρόνος, τέλεια
καταστροφή, η χρυσή επιφάνεια με τους λαμπερούς ωροδείχτες, και μέσα τα
γρανάζια σκουριασμένα». («Το αρμένισμα»)
_______________
Τι κάνει ο χρόνος στους ανθρώπους;
Ο χρόνος είναι νεράκι. Ώσπου να ξεπλύνεις τα χέρια σου
και να στεγνώσουν, υγραίνονται ξανά. Ο χρόνος είναι σαν την άμμο. Δεν
προλαβαίνει να τον μετρήσει κανείς. Η λογοτεχνία είναι μια κατεξοχήν
μελέτη στο χρόνο. Όχι φιλοσοφική βεβαίως. Υπαρξιακή.
_______________
«Αχ είναι ωραία η ζωή, Σίμο, πρέπει να τη χαίρεται κανείς, ν΄αφήνει τον εαυτό του ελεύθερο να τη γλεντά όπως θέλει».
[...]
«Μην είσαι μικροαστός, κατάλαβέ με, ελευθέρωσε τον εαυτό σου, Σπόρο, γλέντησε τη ζωή, άσε την τέχνη να τη γεμίσει».(«Το αρμένισμα»)
_______________
Πώς ελευθερώνεται κανείς και με τι κόστος;
Η ελευθερία έχει πάντα κόστος. Είτε πρόκειται για
σκλαβιά από κατακτητή, είτε για μια ανελευθερία που όλοι έχουμε μέσα μας
και που προσπαθούμε να αποδεσμευθούμε απ' αυτήν. Αλίμονο αν δεν είχε
κόστος. Τα πράγματα τα οποία αξίζουν στη ζωή έχουν μεγάλο κόστος.
Προσπαθούμε πάντα να αποδεσμευθούμε απ' ότι μας εγκλωβίζει; Δεν έχει κι η ανελευθερία την ασφάλειά της;
Καμιά φορά η έννοια της ελευθερίας σε ξεγελάει. Νομίζει
κανείς ότι αυτό που επιλέγει είναι η ελευθερία ενώ στην πραγματικότητα,
είναι η υποταγή και η σκλαβιά.
_______________
«Αγάπησα μια φορά. Η ιστορία που θα σου πω κράτησε μόλις έξι μήνες. [...] Μας χώριζε ένας φωταγωγός. Μας ένωνε ένας πυρετός». («Οι αλεπούδες του Γκόσπορτ»)
_______________
Πόσες φορές αγαπάει κανείς, κύριε Κουμανταρέα;
Οι ευαίσθητοι αγαπούν μια και μοναδική φορά. Οι κάπως πιο αναίσθητοι αγαπούν συνέχεια...
«Έχεις περπατήσει ποτέ σου επάνω σε πάγο; Όταν κοιτάζεις κάτω, ξαφνικά βλέπεις τη θαμπή εικόνα ενός άλλου ανθρώπου που σου μοιάζει, αναποδογυρισμένη, να κάνει ακριβώς τις ίδιες κινήσεις μ' εσένα». («Οι αλεπούδες του Γκόσπορτ»)
_______________
Πότε χάνει κανείς τον εαυτό του;
Όταν έχει κανείς μια ταυτότητα, είναι πολύ δύσκολο να
του την αφαιρέσουν εξωτερικοί παράγοντες, όσο σκληρά κι αν είναι χρόνια.
Όσο μεγάλη κι αν είναι η ανεργία, η απελπισία...Όταν έχεις μια
ταυτότητα, την έχεις για πάντα.
_______________
«”Όπου ανήκεις, ανήκω κι εγώ. Ό, τι κι αν είσαι,
είμαι”, επανέλαβε το πλήθος, κι όλοι μαζί πιασμένοι χέρι, αργά,
τελετουργικά προχώρησαν στο θυσιαστήριο». («Το αρμένισμα»)
_______________
Υπάρχει σήμερα ένα θυσιαστήριο ανθρώπων;
Δυστυχώς, οι θυσίες που γίνονται σήμερα από τις ζωές των
ανθρώπων δεν είναι όπως τα παλιά χρόνια. Όπως τότε που θυσιάζονταν για
ένα ιδανικό. Σήμερα θυσιάζονται τζάμπα. Στο όνομα μιας δύναμης που μας
καταδυναστεύει. Στο όνομα του καπιταλισμού.
Πιστεύετε στο πλήθος και τη δύναμή του;
Το πλήθος έχει μεγάλη δύναμη και το έχει αποδείξει
πολλές φορές στην ιστορία. Αλλά δεν πιστεύω σ' αυτό και δεν θέλω να
αισθάνομαι ποτέ ότι βρίσκομαι μέσα σε πλήθος. Γι΄αυτό άλλωστε δεν
πηγαίνω σε συγκεντρώσεις και συλλαλητήρια.
_______________
«”Βαρέθηκα πια”, είπε, “τι θα κάνω μ' όλους εσάς; Άλλος
ονειρεύεται ομάδες κι άλλος υπουργεία, δημόσιους οργανισμούς, τον ΟΤΕ,
τη ΔΕΗ, το Αστυνομικό Σώμα, το Σώμα Πυροσβεστών, ό,τι μπορεί να βάλει ο
νους σου”. Κρατούσε ένα τραπουλόχαρτο και το ανέμιζε. “Κι εγώ να είμαι
υποχρεωμένος να σας εξυπηρετώ όλους. Γιατί; Γιατί η κοινωνία δεν
φρόντισε. Ζούμε σε ένα σάπιο κόσμο που θέλει σάπιους ανθρώπους. Εύκολο
κέρδος κι ανέξοδη δόξα. Λίγοι επιβιώνουν καθαρά, όλοι οι άλλοι φυτοζωούν
με μέσα και λοβιτούρες.”». («Η φανέλα με το εννιά»)
_______________
Συμφωνείτε με ένα κυρίαρχο επιχείρημα που θεωρεί όσα περιγράψατε ως υπεύθυνα για την σημερινή κατάσταση;
Δεν είμαι κοινωνιολόγος, ούτε πολιτικός. Δεν μπορώ να πω
ότι μονάχα αυτό μας έφερε στο σημείο όπου βρισκόμαστε σήμερα. Είναι
υπεύθυνα και άλλα πράγματα, σχετικά και συγγενή βέβαια.
Κι όλοι αυτοί οι άνθρωποι που δεν συμμετείχαν στο «πάρτυ»;
Υπάρχει πάντα αυτός ο κόσμος. Είναι ο απλός κόσμος που
δέχεται τους ανέμους, οι οποίοι προσπαθούν να τον ρίξουν κάτω. Ο κόσμος
αυτός δεν καθόλου υπόλογος για το γεγονός ότι έχει σηκωθεί αυτός ο
αέρας.
_______________
«Λυπόταν τους πολύ νέους και άπραγους που έρχονταν άξαφνα
αντιμέτωποι με τη ζωή, τα ρόδινά τους όνειρα όταν διαλύονταν, τον
ορίζοντα όταν έχαινε τεφρός. [...]
Θα ήθελε όλος αυτός ο κόσμος να γύριζε απόψε στα σπίτια του, σ' αυτούς που αγαπούσε ή όχι, να μπορούσε να επαναλάβει ξανά τις ίδιες κινήσεις...Ήθελε όλοι αυτοί να μπορέσουν να ξανακάνουν τα ίδια απόψε, έστω στραβά, παραποιημένα, μα να τα ξανακάνουν. Έκλαιγε τώρα σιωπηλά». («Η κυρία Κούλα»)
_______________
Πόσο δύσκολο είναι να είσαι νέος σήμερα;
Σήμερα διαλύονται τα όνειρά των νέων. Διαλύονται τα
πτυχία τους. Αυτοί είναι σε πιο δύσκολη θέση απ' όλους. Έχουν σπουδάσει
και δε μπορούν να βρουν δουλειά. Οι άλλοι που είναι ασπούδαχτοι ας
πούμε, είναι συνηθισμένοι στο να αλλάζουν δουλειές και να πηγαίνουν από
'δω και από 'κει. Είναι κι αυτό ένα χαρακτηριστικό του Νεοέλληνα.
Πηγαίνει πότε στη μια δουλειά και πότε στην άλλη. Όμως, η σημερινή
εικόνα του κόσμου δεν έχει καμία σχέση με αυτά που γράφω στο βιβλίο.
Άλλη εποχή εντελώς...
Πώς μπορείς να το αντιπαλέψεις αυτό;
Ο καθένας εφευρίσκει δικούς του τρόπους. Από τους
ανθρώπους του μεροκάματου μέχρι τους ανθρώπους που γράφουν, που
ζωγραφίζουν...Δεν υπάρχει συνταγή. Είναι πράγματα που πρέπει να τα βρει ο
καθένας μόνος του και που δεν λειτουργούν συλλογικά. Δεν εφαρμόζουν
συλλογικά. Ο καθένας έχει μια ιδιαιτερότητα που τον βοηθά να βρει το
φάρμακο.
_______________
«Το ημερολόγιο του τοίχου, κακοτυπωμένο, φτηνό, μ' έναν στρατιώτη
με ξιφολόγχη που αντί να λογχίζει τον εχθρό μοιάζει να βυθίζει ο ίδιος
τη λόγχη στο πλευρό του- η Ελλάδα που αυτοκτονεί- δείχνει 14...». («Δυο φορές Έλληνας»)
_______________
«Η Ελλάδα που αυτοκτονεί», οι άνθρωποι που αυτοκτονούν...
Αυτό είναι ένα σύμπτωμα της εποχής. Δεν είναι η πρώτη
φορά στην ιστορία που οι άνθρωποι αυτοκτονούν εξαιτίας μιας κρίσης,
οικονομικής ή προσωπικής. Οι μαζικές αυτοκτονίες οφείλονται στην εποχή. Η
αυτοκτονία δεν είναι μια δειλή διέξοδος από τα βάσανα της ζωής. Θέλει
μια δύναμη και κακώς η Εκκλησία δεν την παραδέχεται.
_______________
«Μπορεί ο Άγγελος να νιώθει αποτροπιασμό για όλα αυτήν τη σαπίλα,
τον λυσσαλέο πόλεμο των εκδοτών και των κομματαρχών, όμως μέσα του
ανάβει μια σπίθα συμπάθειας γι΄αυτόν τον έκπτωτο. Για όλους τους
έκπτωτους αυτού του πλανήτη. Στ' αυτιά του διατηρεί ακόμη το λυγμό της
λινοτυπικής, στα μάτια του έχει τα γκρίζα πρόσωπα των τυπογράφων. Μια
εποχή έφυγε. Μια άλλη ανατέλλει». («Δυο φορές Έλληνας»)
_______________
Τι θέση θα έχει το χαρτί στην εποχή που ανατέλλει;
Το χαρτί δεν θα πεθάνει, όσες ηλεκτρονικές συσκευές κι
αν βγουν. Το βιβλίο είναι ένα κομμάτι του εαυτού μας, το παίρνουμε στο
κρεβάτι μας, το χαϊδεύουμε. Δεν διαβάζουμε συνήθως στο κρεβάτι; Έχει μια
ψυχή το βιβλίο. Το χαρτί έχει τη μυρωδιά του. Όπως θα έχετε
παρατηρήσει, πολλοί άνθρωποι μυρίζουν τα βιβλία μόλις τ΄ανοίξουν...
Οι λέξεις σας τριγυρίζουν πενήντα χρόνια στο χαρτί. Πώς θα περιγράφατε αυτήν την πορεία;
Συνάντησα αρκετές δυσκολίες. Καταρχήν, τη δυσπιστία της
οικογένειάς μου αλλά και της κοινωνίας απέναντι στους συγγραφείς. Την
αντίληψη ότι όταν είναι κανείς συγγραφέας, πεθαίνει στην ψάθα. Από την
άλλη, υπάρχουν άνθρωποι που είναι εχθροί του βιβλίου. Ο πατέρας ενός
φίλου μου ήθελε να του πετάξει όλα τα βιβλία επειδή του «μόλυναν» το
σπίτι. Επίσης, υπάρχει η δυσκολία του να βρεις εκδότη, να βρεις τον
εαυτό σου...Η κρισάρα από την οποία πρέπει να περάσουν τα διαβάσματά σου
ώστε να φτάσεις στο δικό σου απόσταγμα.
*Η συνέντευξη έγινε τηλεφωνικά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου