Ο Κωνσταντίνος Κόλιος σχολίασε τη φωτογραφία του.
Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι - Εμπρός προς τα Πίσω!
Διάβασα αρκετούς σύγχρονους λογοτέχνες και πάντα κάτι λείπει. Για την
ακρίβεια κάτι περισσεύει, που σε κάνει να μην πηγαίνεις αρκετά κοντά
τους, γιατί εκείνο που λείπει είναι κι ελκυστικό ενώ το
περισσευούμενο είναι κι αποτρεπτικό. Κάπως σαν τον έρωτα, αν δε λείπει δεν ελκύει και δεν πραγματώνεται.
Κι αφού διαβάσω αρκετούς και ξεχυλωθούν τα σαγόνια μου στο
χασμουρητό... ( υπερβολή το χασμουρητό ), τσακώνω απ’ το ράφι τον
Ντοστογιέφσκι να ’ρθω στα ίσια μου. Να πάρω το "φάρμακό" μου, τη βουτιά!
Αναρωτήθηκα αρκετές φορές το γιατί κι ήρθαν στην σκέψη μου τα λόγια τής
γιαγιάς: "τα παλιά ήταν γερά!", έλεγε. Βέβαια εκείνη αναφέρονταν στα
σπίτια, τα χτίσματα και τις σούστες, που τις φτιάχνανε γερές τότε ενώ
τώρα από αλουμίνιο, μα φαίνεται πως και τα παλιά μυαλά ήταν γερά!
Τελικά ολάκερη η εξήγηση τρύπωσε σε μία λεξούλα: "Συνθήκες".
Κάποτε ένας νεαρός και μαθητευόμενος συγγραφέας πλησίασε τον
Ντοστογιέφσκι - που ήταν γέρος πια - και τον ρώτησε: «Δάσκαλε, τι να
κάνω για να γράψω σαν εσάς;».
«"Να πονέσεις νεαρέ μου"», του είπε κι εκείνος έφυγε συλλογισμένος.
Συνθήκες λοιπόν, δεν είναι τυχαίο που τα περισσότερα κλασσικά
αριστουργήματα γράφτηκαν σε μια φτωχική καμαρούλα, στην λιτή μοναξιά, τη
στέρηση, καταμεσής τού ευσεβούς πόθου, τής στεντόρειας επιθυμίας, τής
υποβόσκουσας απελπισίας, τής κραυγαλέας απόγνωσης. Μπορεί να γράψει
κανείς και σε πλουμιστά σεντόνια βέβαια, αλλά θα τού βγει κάπως σατέν το
κείμενο.
Το "Έγκλημα και Τιμωρία" (περί αυτού ο λόγος), είναι
κατά τη γνώμη μου, εκτός από σπουδαίο μυθιστόρημα, μαζί και ένα από τα
πιο επαρκεί εγχειρίδια συγγραφικής τέχνης. Το "ιερόν τέρας" τής γραφής,
κρατάει στον τεράστιο εγκέφαλό του επί μήνες, μία ιστορία "δημιουργημένη
στο χέρι", όπου εμπλέκει δεκάδες ήρωες, ο καθένας με την δική του
αυτόνομη προσωπικότητα, μα με σαφείς διαχωριστές γραμμές ρόλων.
Τούς καθοδηγεί με μαεστρία, τούς φέρνει στο προσκήνιο την κατάλληλη ώρα,
δεν αφήνει κανένα κενό στην ιστορία, δεν μπορείς να τον πιάσεις
αδιάβαστο σε καμιά φράση. Όλα μέσα στο έργο είναι ζωντανά, έχουν παλμό,
σφυγμό, συνοχή, ενδιαφέρον στα ύψη. Το να βγει κανείς νικητής στην
απέναντι όχθη και να πάρει μιά βαθιά ανάσα, με ένα τέτοιο έργο στα
στήθια του, πρέπει να έχει στο κεφάλι του ένα εργοστάσιο.
Σε
ένα δυό σημεία τον τσάκωσα να φλυαρεί, να παραεξηγεί (το’ χει αυτό το
συνήθειο). Μα πώς να μη το ‘χει αφού είναι φύση-δάσκαλος, και θέλει να
σού δώσει να καταλάβεις τους λόγους που συμβαίνουν τα πράγματα. Έχει
έμφυτο το φως τής γνώσης, καθώς «φωτογραφίζει την αρρώστια», στην
επόμενη σελίδα τη «γιατρεύει».
Τελικά κατάλαβα πως είναι αναγνωστικό προνόμιο να διαβάζεις τη φλυαρία του, γιατί είναι πάρα πολύ ουσιαστική φλυαρία.
Μου αρέσει! · · Κοινοποιήστε · Σάββατο στις 3:25 μ.μ. ·
Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι - Εμπρός προς τα Πίσω!
Διάβασα αρκετούς σύγχρονους λογοτέχνες και πάντα κάτι λείπει. Για την ακρίβεια κάτι περισσεύει, που σε κάνει να μην πηγαίνεις αρκετά κοντά τους, γιατί εκείνο που λείπει είναι κι ελκυστικό ενώ το
περισσευούμενο είναι κι αποτρεπτικό. Κάπως σαν τον έρωτα, αν δε λείπει δεν ελκύει και δεν πραγματώνεται.
Διάβασα αρκετούς σύγχρονους λογοτέχνες και πάντα κάτι λείπει. Για την ακρίβεια κάτι περισσεύει, που σε κάνει να μην πηγαίνεις αρκετά κοντά τους, γιατί εκείνο που λείπει είναι κι ελκυστικό ενώ το
περισσευούμενο είναι κι αποτρεπτικό. Κάπως σαν τον έρωτα, αν δε λείπει δεν ελκύει και δεν πραγματώνεται.
Κι αφού διαβάσω αρκετούς και ξεχυλωθούν τα σαγόνια μου στο
χασμουρητό... ( υπερβολή το χασμουρητό ), τσακώνω απ’ το ράφι τον
Ντοστογιέφσκι να ’ρθω στα ίσια μου. Να πάρω το "φάρμακό" μου, τη βουτιά!
Αναρωτήθηκα αρκετές φορές το γιατί κι ήρθαν στην σκέψη μου τα λόγια τής γιαγιάς: "τα παλιά ήταν γερά!", έλεγε. Βέβαια εκείνη αναφέρονταν στα σπίτια, τα χτίσματα και τις σούστες, που τις φτιάχνανε γερές τότε ενώ τώρα από αλουμίνιο, μα φαίνεται πως και τα παλιά μυαλά ήταν γερά!
Τελικά ολάκερη η εξήγηση τρύπωσε σε μία λεξούλα: "Συνθήκες".
Κάποτε ένας νεαρός και μαθητευόμενος συγγραφέας πλησίασε τον Ντοστογιέφσκι - που ήταν γέρος πια - και τον ρώτησε: «Δάσκαλε, τι να κάνω για να γράψω σαν εσάς;».
«"Να πονέσεις νεαρέ μου"», του είπε κι εκείνος έφυγε συλλογισμένος.
Συνθήκες λοιπόν, δεν είναι τυχαίο που τα περισσότερα κλασσικά αριστουργήματα γράφτηκαν σε μια φτωχική καμαρούλα, στην λιτή μοναξιά, τη στέρηση, καταμεσής τού ευσεβούς πόθου, τής στεντόρειας επιθυμίας, τής υποβόσκουσας απελπισίας, τής κραυγαλέας απόγνωσης. Μπορεί να γράψει κανείς και σε πλουμιστά σεντόνια βέβαια, αλλά θα τού βγει κάπως σατέν το κείμενο.
Το "Έγκλημα και Τιμωρία" (περί αυτού ο λόγος), είναι κατά τη γνώμη μου, εκτός από σπουδαίο μυθιστόρημα, μαζί και ένα από τα πιο επαρκεί εγχειρίδια συγγραφικής τέχνης. Το "ιερόν τέρας" τής γραφής, κρατάει στον τεράστιο εγκέφαλό του επί μήνες, μία ιστορία "δημιουργημένη στο χέρι", όπου εμπλέκει δεκάδες ήρωες, ο καθένας με την δική του αυτόνομη προσωπικότητα, μα με σαφείς διαχωριστές γραμμές ρόλων.
Τούς καθοδηγεί με μαεστρία, τούς φέρνει στο προσκήνιο την κατάλληλη ώρα, δεν αφήνει κανένα κενό στην ιστορία, δεν μπορείς να τον πιάσεις αδιάβαστο σε καμιά φράση. Όλα μέσα στο έργο είναι ζωντανά, έχουν παλμό, σφυγμό, συνοχή, ενδιαφέρον στα ύψη. Το να βγει κανείς νικητής στην απέναντι όχθη και να πάρει μιά βαθιά ανάσα, με ένα τέτοιο έργο στα στήθια του, πρέπει να έχει στο κεφάλι του ένα εργοστάσιο.
Σε ένα δυό σημεία τον τσάκωσα να φλυαρεί, να παραεξηγεί (το’ χει αυτό το συνήθειο). Μα πώς να μη το ‘χει αφού είναι φύση-δάσκαλος, και θέλει να σού δώσει να καταλάβεις τους λόγους που συμβαίνουν τα πράγματα. Έχει έμφυτο το φως τής γνώσης, καθώς «φωτογραφίζει την αρρώστια», στην επόμενη σελίδα τη «γιατρεύει».
Τελικά κατάλαβα πως είναι αναγνωστικό προνόμιο να διαβάζεις τη φλυαρία του, γιατί είναι πάρα πολύ ουσιαστική φλυαρία.
Αναρωτήθηκα αρκετές φορές το γιατί κι ήρθαν στην σκέψη μου τα λόγια τής γιαγιάς: "τα παλιά ήταν γερά!", έλεγε. Βέβαια εκείνη αναφέρονταν στα σπίτια, τα χτίσματα και τις σούστες, που τις φτιάχνανε γερές τότε ενώ τώρα από αλουμίνιο, μα φαίνεται πως και τα παλιά μυαλά ήταν γερά!
Τελικά ολάκερη η εξήγηση τρύπωσε σε μία λεξούλα: "Συνθήκες".
Κάποτε ένας νεαρός και μαθητευόμενος συγγραφέας πλησίασε τον Ντοστογιέφσκι - που ήταν γέρος πια - και τον ρώτησε: «Δάσκαλε, τι να κάνω για να γράψω σαν εσάς;».
«"Να πονέσεις νεαρέ μου"», του είπε κι εκείνος έφυγε συλλογισμένος.
Συνθήκες λοιπόν, δεν είναι τυχαίο που τα περισσότερα κλασσικά αριστουργήματα γράφτηκαν σε μια φτωχική καμαρούλα, στην λιτή μοναξιά, τη στέρηση, καταμεσής τού ευσεβούς πόθου, τής στεντόρειας επιθυμίας, τής υποβόσκουσας απελπισίας, τής κραυγαλέας απόγνωσης. Μπορεί να γράψει κανείς και σε πλουμιστά σεντόνια βέβαια, αλλά θα τού βγει κάπως σατέν το κείμενο.
Το "Έγκλημα και Τιμωρία" (περί αυτού ο λόγος), είναι κατά τη γνώμη μου, εκτός από σπουδαίο μυθιστόρημα, μαζί και ένα από τα πιο επαρκεί εγχειρίδια συγγραφικής τέχνης. Το "ιερόν τέρας" τής γραφής, κρατάει στον τεράστιο εγκέφαλό του επί μήνες, μία ιστορία "δημιουργημένη στο χέρι", όπου εμπλέκει δεκάδες ήρωες, ο καθένας με την δική του αυτόνομη προσωπικότητα, μα με σαφείς διαχωριστές γραμμές ρόλων.
Τούς καθοδηγεί με μαεστρία, τούς φέρνει στο προσκήνιο την κατάλληλη ώρα, δεν αφήνει κανένα κενό στην ιστορία, δεν μπορείς να τον πιάσεις αδιάβαστο σε καμιά φράση. Όλα μέσα στο έργο είναι ζωντανά, έχουν παλμό, σφυγμό, συνοχή, ενδιαφέρον στα ύψη. Το να βγει κανείς νικητής στην απέναντι όχθη και να πάρει μιά βαθιά ανάσα, με ένα τέτοιο έργο στα στήθια του, πρέπει να έχει στο κεφάλι του ένα εργοστάσιο.
Σε ένα δυό σημεία τον τσάκωσα να φλυαρεί, να παραεξηγεί (το’ χει αυτό το συνήθειο). Μα πώς να μη το ‘χει αφού είναι φύση-δάσκαλος, και θέλει να σού δώσει να καταλάβεις τους λόγους που συμβαίνουν τα πράγματα. Έχει έμφυτο το φως τής γνώσης, καθώς «φωτογραφίζει την αρρώστια», στην επόμενη σελίδα τη «γιατρεύει».
Τελικά κατάλαβα πως είναι αναγνωστικό προνόμιο να διαβάζεις τη φλυαρία του, γιατί είναι πάρα πολύ ουσιαστική φλυαρία.
********
Ενημέρωσα ότι "κράτησα" αυτή την κριτική, κι είναι η πρώτη φορά που δεν είπα: "έκλεψα".
Σίγουρα δεν είναι τυχαίο.
Είχα αυτό το βιβλίο σε πολυτελές τόμο στην βιβλιοθήκη μου και απορώ κι εγώ πως ξέφυγε και δεν το έκανα "Δεωρεά", όπως τόσα άλλα.
Ήταν κάποια εποχή που μαζεύαμε κουπόνια από περιοδικά.
Αγάπαγα πάντα τα βιβλία, κι ας μην τα διάβαζα.
Έγραφα.... όμως... η καημένη!!! (εδώ γελάμε! Για να πω κάπου τον πόνο μου! Τι άλλο;)
Τέλος πάντων, αυτό το βιβλίο προέκυψε να το διαβάσω φέτος, με πολύ παράξενες συνθήκες.
Δεν έχω γράψει κουβέντα γι' αυτό, γιατί ίσως μπερδεύτηκε με πολύ δύσκολες στιγμές μου.
Γι' αυτό κρατάω αυτή την κριτική απόψε, γιατί με κάλυψαν πολύ τα λόγια του κριτικού, συν το κατάλληλον της στιγμής.
2 σχόλια:
Τελικά, αφού είδα πως αισθάνομαι, μετά απ' τις λίγες αυτές γραμμές στην ανάρτηση, είμαι σίγουρη πως θ' αργήσω πολύ να παρουσιάσω εγώ αυτό το βιβλίο, κι ας είναι τόσο απλό να το φωτογραφίσω ή ν' αντιγράψω 5 αποσπάσματα!
Δεν με ματώνει το ίδιο το βιβλίο, όσο οι στιγμές που μ' "έδεσαν" μ' αυτό το βιβλίο.
Οπότε, σ'χωράτε με, αν δεν συμμετέχω σε προκύψασα συζήτηση.
σε "τυχόν" προκύψασα.
Δημοσίευση σχολίου